Ουλτραμαρίν

Ο Υ Λ Τ Ρ Α Μ Α Ρ Ι Ν 27 του, η φωτιά τον σφυροκοπούσε. Πέταξε την ξέστρα με μια βρισιά και σκούπισε τον ιδρώτα του μ’ ένα πανί. «Πο- λύ σκληρή δουλειά!» φώναξε χαμογελώντας στον Χίλιοτ, όμοιος με πύρινο δαίμονα. «Και λίγα λες γι’ αυτή την κό- λαση» μουρμούρισε ο Χίλιοτ. Καθώς μιλούσαν, ένας ερ- γάτης άδειασε έναν κουβά νερό πάνω στις στάχτες, ένα τρομερό σύννεφο ατμού αναδύθηκε τσιτσιρίζοντας φρικτά, τα πάντα σκοτείνιασαν. Κρίμα που ο Νικολάι φαινόταν να βρίσκεται συνέχεια εδώ κάτω ή να περνάει την ώρα του με τους άλλους θερ- μαστές · δεν μπορούσε ποτέ να τον δει. Παρά τη σκληρή δουλειά ωστόσο, οι θερμαστές έδειχναν να χαίρονται τη ζωή περισσότερο από τους ναύτες, να περνάνε καλύτερα και μ’ έναν περίεργο τρόπο να ’ναι πιο κοντά στον Θεό… Ξάφνου ήχησαν τρεις καμπανιές – τιν, τιν, τιν –, που επα- ναλήφθηκαν από τον σκοπό της βάρδιας. Από κάτω, από πολύ βαθιά, από το μηχανοστάσιο, αναδύθηκαν τρεις υπο- βρύχιες νότες · τις ακολούθησε το κροτάλισμα του τηλέ- γραφου κι η μηχανή άλλαξε μουσικό κλειδί. Τι θλίψη ήταν αυτή που αναστάτωνε την ψυχή του πίσω από το παραπέτασμα του χρόνου; Μήπως ήταν απλώς μια νότα της θύμησης, που εξασθενούσε και πνιγόταν στην κίτρινη θάλασσα της συνείδησής του; Μα όχι, την είχε αδράξει, κι ακολουθώντας την, είδε ξαφνικά ένα αγόρι, τον εαυτό του πριν από τρία χρόνια, με λεκέδες από με- λάνι στα δάχτυλά του, να κάθεται στα σκαλοπάτια του κο- λυμβητηρίου στο σχολείο του με τα μάτια να καίνε… Πα- ρατημένος! Σαν καμπανάκι ήταν η λέξη, που μ’ αποσπού-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=