Ουλτραμαρίν

Ο Υ Λ Τ Ρ Α Μ Α Ρ Ι Ν 25 σχολεί οτιδήποτε άλλο εκτός από τούτον εδώ τον κόσμο, που ήταν τόσο μοναδικά δικός του. Γιατί να νοιάζεται για τον Άντι ή για οποιονδήποτε άλλο; «Ναι, αλλά, αν είχες πιγούνι, θα σ’ το ’σπαγα με μια γροθιά». Αυτό θα έλεγε όταν θα ’ρχόταν η ώρα, αυτός ήταν ο καλύτερος τρόπος να φερθεί σ’ ετούτο τον μπάσταρδο βατραχομούρη… Περπατούσε με οργισμένη ενεργητικότητα, ερεθισμέ- νος από τις σκέψεις του, στον δονούμενο στενό διάδρομο έξω από τις καμπίνες των αξιωματικών. Περπατούσε γορ- γά πάνω στους κατραμωμένους αρμούς και πότε πότε ανα- γκαζόταν να κάνει ένα πλάγιο βήμα. Ο ελαφρύς ενάντιος άνεμος φυσούσε δροσερός στο πρόσωπό του, πλαταγίζο- ντας τα μπατζάκια του τσαλακωμένου, λερωμένου με μί- νιο παντελονιού εργασίας του. Μπουμ, μπουμ, μπουμ, μπουμ. Το Οιδίπους Tύραννος έτρεχε με οκτώ κόμβους περίπου και οι μηχανές του έσφυζαν χαρούμενα κάπου εκεί κάτω: κά- ποιο φτυάρι κοπανούσε και μια ατέλειωτη εκροή από νερό και απόβλητα χυνόταν από τα σκουριασμένα πλευρά του στην Κίτρινη Θάλασσα. Κι εκεί, εκεί, η εύθυμη αναστά- τωση εκείνης της απέραντης σπάταλης έκτασης πρέπει να ήταν το λιμάνι τους. Αδύνατον να πιστέψεις πως τόσο σύ- ντομα οι θλιβεροί θαλασσινοί ορίζοντες θα έσβηναν μέσα σε μια άλλη ακτογραμμή, ένα άλλο κλίμα, έναν άλλο λαό, κι ένα άλλο λιμάνι θα αναδυόταν, αναπόφευκτα, μέσα από μια τέτοια ανυπαρξία! Το πλοίο υψωνόταν αργά στα βρα- δυκίνητα γαλάζια σγουρά κύματα, πυκνός αφρός εκτοξευό­ ταν προς την υπήνεμη πλευρά κι αυτή η άλλη θάλασσα, ο άλλος ουρανός, χαμογελούσαν χαρούμενα στο πλοίο,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=