Οχτώ ντετέκτιβ

1 Ισπανία, 1930 Ο ι δύο ύποπτοι ήταν καθισμένοι σε αταίριαστα έπιπλα στο λευκό και άχρωμο καθιστικό, και περίμεναν να συμβεί κάτι. Ανάμεσά τους ένα αψιδωτό πέρασμα οδηγούσε σε μια στενή σκάλα χωρίς παράθυρα, έναν μισοσκότεινο χώρο που έμοιαζε να δεσπόζει στο δωμάτιο, σαν ένα τζάκι με εξωπραγ- ματικές διαστάσεις. Η σκάλα άλλαζε κατεύθυνση στη μέση της, κρύβοντας τον πάνω όροφο και δίνοντας την εντύπωση ότι οδηγούσε μόνο στο σκοτάδι. «Είναι κόλαση, απλώς να περιμένουμε εδώ». Η Μέγκαν ήταν καθισμένη στα δεξιά του περάσματος. «Πόση ώρα μπορεί να κοιμηθεί κανείς για μεσημέρι, τελοσπάντων;» Πήγε στο παράθυρο. Έξω η ισπανική ύπαιθρος είχε ένα θολό πορτοκαλί χρώμα. Έμοιαζε αφιλόξενη μέσα στη ζέστη. «Μια δυο ώρες, αλλά έχει πιει». Ο Χένρι καθόταν πλαγιαστά στην πολυθρόνα, με τα πόδια του να κρέμονται πάνω από το μπράτσο και είχε μια κιθάρα στα χέρια του. «Τον ξέρω τον Μπάνι. Θα κοιμάται μέχρι το βράδυ». Η Μέγκαν πήγε στο ντουλάπι με τα ποτά, εξέτασε τα μπου- κάλια και τα γύρισε προσεκτικά ένα ένα έτσι που οι ετικέτες να βλέπουν προς τα έξω. Ο Χένρι πήρε το τσιγάρο από το στό-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=