Οχτώ ντετέκτιβ

Ο Χ Τ Ω Ν Τ Ε Τ Ε Κ Τ Ι Β 27 Ο Χένρι κάθισε πάλι στην πολυθρόνα του εξαντλημένος και ύψωσε το ποτήρι του. «Στον Μπάνι». «Στον Μπάνι λοιπόν». Το ουίσκι ήταν πορτοκαλί και πύρινο σαν το επικείμενο ηλιοβασίλεμα. Ο Χένρι σήκωσε πάλι την κιθάρα και γρατζούνι- σε την ίδια αδέξια μελωδία με πριν. «Ξαναγυρίσαμε εκεί απ’ όπου αρχίσαμε» είπε με έναν στεναγμό. «Όπως είπα, πρέπει να συζητήσουμε τι θα κάνουμε τώρα». «Θέλεις να πω ότι μπορούμε απλώς να το σκάσουμε μαζί και να προσποιηθούμε ότι δεν ήμαστε ποτέ εδώ; Όπως και την προηγούμενη φορά. Αυτό ήταν το σχέδιό σου από την αρχή, έτσι δεν είναι;» «Γιατί μου το κάνεις αυτό;» Η Μέγκαν άφησε το ποτήρι της και κούνησε το κεφάλι. «Επειδή ακύρωσα τον αρραβώνα μας; Μα αυτό έγινε πριν από τόσο καιρό». Οι γουλιές του ουίσκι είχαν γίνει σαν σημεία στίξης στη συζήτηση για τον Χένρι. Όμως μετά από αυτή την ερώτηση αφιέρωσε περισσότερο χρόνο κι άναψε τσιγάρο. «Θα το ξανα- πώ, Μέγκαν. Σ’ αγαπώ ακόμη». «Χαίρομαι που το ακούω». Τον κοίταξε με προσμονή. «Άρ- χισες να ζαλίζεσαι, Χένρι;» Στην αρχή ο Χένρι απόρησε, μετά κοίταξε το ποτήρι του. Το είχε αδειάσει σχεδόν όλο, έμενε μόνο ένα δάχτυλο ποτό. Πήγε να το πάρει από το τραπεζάκι και ανακάλυψε ότι το αριστερό του χέρι είχε μουδιάσει σχεδόν τελείως. Το άμορφο, αδέξιο χέρι του πέταξε το ποτήρι στο δάπεδο όπου έσπασε, ένας καφέ κύ- κλος πάνω στα λευκά πλακάκια. Την κοίταξε πάλι. «Τι έκανες;» Το τσιγάρο έπεσε από το στόμα του μέσα στο άνοιγμα της κιθάρας, αφήνοντας μια στήλη καπνού να υψώνεται ανάμεσα στις χορδές. Το πρόσωπό της δεν έδειχνε κανένα συναίσθημα, μόνο μια υποψία ανησυχίας.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=