Όσα κρατήσαμε κρυφά

L Α R A P R E S C O T T 32 Με σταμάτησε σηκώνοντας το δάχτυλο. «Δεν έχεις κάνει τίποτα; Αυτό θα το κρίνουμε εμείς… εν καιρώ». Αναστέναξε και σκάλισε τα δόντια του με την άκρη του χοντρού κιτρινισμένου νυχιού του αντίχειρα. «Και θα πά- ρει χρόνο». Νόμιζα ότι θα με άφηναν από μέρα σε μέρα, ότι το πρόβλημα θα λυνόταν, ότι θα περνούσα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς καθισμένη δίπλα σε μια ζεστή στόφα και θα τσούγκριζα ένα ποτήρι γεωργιανό κρασί με τον Μπορίς. «Τι έχεις κάνει λοιπόν;» Ξεφύλλισε μερικά χαρτιά και σήκωσε ένα που έμοιαζε με ένταλμα σύλληψης. «Εξέφρα- σε αντισοβιετικές απόψεις τρομοκρατικής φύσης » διάβασε, σαν να απαριθμούσε συστατικά από συνταγή για κέικ. Θα νόμιζε κανείς ότι ο τρόμος σε κάνει να κρυώνεις, ότι μουδιάζει το σώμα για να το προετοιμάσει για το επερ- χόμενο τραύμα. Στη δική μου περίπτωση όμως αισθάνθη- κα ένα ζεστό κύμα να με καίει σαν φωτιά και να απλώνεται από την κορφή ως τα νύχια. «Σας παρακαλώ» είπα, «πρέπει να μιλήσω με την οικογένειά μου». «Επιτρέψτε μου να συστηθώ». Χαμογέλασε κι έγειρε πίσω στο κάθισμα κάνοντας το δέρμα να τρίζει. «Είμαι ο ταπεινός ανακριτής σου. Να σου προσφέρω ένα τσάι;» «Ναι». Δεν έκανε καμία κίνηση για να μου προσφέρει τσάι. «Λέγομαι Ανατόλι Σεργκέγιεβιτς Σεμιόνοφ». «Ανατόλι Σεργκέγιεβιτς…» «Μπορείς να με λες Ανατόλι. Θα γνωρίσουμε πολύ κα- λά ο ένας τον άλλο, Όλγα». «Μπορείς να με λες Όλγα Βσεβολόντοβνα». «Ωραία».

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=