Ώρες κοινής ανησυχίας

14 ΜΑΙΡΗ ΚΟΝΤΖΟΓΛΟΥ νύχια και με δόντια. Για να επιβεβαιώνονται πως καλά τα είχαν πάει ως εδώ. Εννοείται πως οι διαφορές ανάμεσα στις δύο είναι παραπάνω από οφθαλμοφανείς. Κατ’ αρχάς, η μια είναι ρημάδι, η άλλη «πολυτελούς κατασκευής». Τα στόρια, απόγονοι των παντζουριών, στη μια ανεβαί­ νουν αργά, σχεδόν τελετουργικά, με το πάτημα ενός κουμπιού που φωλιάζει πίσω από διπλά και τριπλά ριντό και κουρτίνες ολομέταξες. Ή μπορεί και ολο­ βάμβακες, ολόλινες ή και από ίνες κάνναβης ακόμα – ό,τι πιο in στην κουρτίνα! Που προκαλούν χαρά και λίκνισμα στις παραδουλεύτρες όταν τις σιδερώ­ νουν, σαν να τους τραγουδάει ο Μπομπ Μάρλεϊ αυ­ τοπροσώπως. Τρίτη, εξωτερική διαφορά. Στο ρημάδι υπάρχουν στενά μπαλκόνια, σκισμένες τέντες –μόνο σε δύο, τα υπόλοιπα διαμερίσματα σιγοψήνονται από τον ήλιο–, σπάνιακάποιο τραπέζι, αλλάπάντακαρέκλες, εξαθλιωμένες κατά προτίμηση, στις οποίες αράζουν με τις ώρες οι κάτοικοι. Στην πολυτελούς, υπάρχουν βεράντες σκιασμένες από ωραίες τέντες, βεράντες γεμάτες με κομψά έπιπλα και καταπληκτικές ζαρ­ ντινιέρες με συνθέσεις φυτών. Παραδόξως, κανείς από τους ενοίκους της δεν κάθεται στη βεράντα, μη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=