Ομηρία
Ο Μ Η Ρ Ι Α 19 ντάδες, που πολλοί συνάδελφοί μου είχαν στη δούλεψή τους. Ανησυχούσα μήπως το να έχουμε μια ξένη στο σπίτι το νιώσω σαν εισβολή, αλλά η Κάτια περνούσε τον περισσότερο χρόνο στο δωμάτιό της, συνομιλώντας μέσω Skype με τους φίλους της στην πατρίδα. Προτιμούσε ακόμα και να τρώει μόνη, πα ρόλο που συνέχεια την καλούσαμε να φάει μαζί μας, ενώ πα ράλληλα βοηθούσε στο σπίτι, σφουγγάριζε ή τακτοποιούσε τα πλυμένα, αν και της έλεγα ότι δεν χρειαζόταν να το κάνει: «Είσαι εδώ για να βοηθάς με τη Σοφία και για να μάθεις αγ γλικά». «Δεν με πειράζει» απαντούσε. «Μ’ αρέσει βοηθάω». Μια μέρα επέστρεψα στο σπίτι και βρήκα κάμποσα ζευγάρια κάλτσες του Άνταμ πάνω στο κρεβάτι μας. Οι τρύπες που υπήρ χαν στο σημείο της φτέρνας ήταν προσεκτικά μανταρισμένες. «Πού έμαθες να το κάνεις αυτό;» Εγώ ίσα που μπορούσα να ράψω ένα κουμπί και να κοντύνω ένα στρίφωμα –κι αυτό στραβά–, αλλά το μαντάρισμα ήταν δουλειά έμπειρης νοικοκυράς, και η Κάτια δεν ήταν ούτε είκο σι πέντε χρονών καλά καλά. Ανασήκωσε τους ώμους. «Η μητέρα μου με μάθει». «Ειλικρινά δεν ξέρω τι θα κάναμε χωρίς εσένα». Είχα καταφέρει να πάρω έξτρα βάρδιες στη δουλειά, ξέρο ντας ότι η Κάτια θα πηγαινοέφερνε τη μικρή στο σχολείο, και η Σοφία τη λάτρευε, πράγμα που δεν ήταν δεδομένο. Η Κάτια είχε την υπομονή να παίζει συνέχεια κρυφτό μαζί της, και όσο περνούσε ο καιρός η Σοφία ανακάλυπτε όλο και πιο δύσκολες κρυψώνες. «Έρχομαι σε βρω, είτε πρόλαβες να κρυφτείς είτε όχι!» φώ ναζε η Κάτια, προφέροντας προσεκτικά κάθε καινούργια λέξη, κι ύστερα έψαχνε την προστατευόμενή της σε όλο το σπίτι.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=