Ομηρία
C L A R E M A C K I N T O S H 16 Και βέβαια όχι. Ο Άνταμ δεν έχει αδυναμίες. «Το Sainsbury’s» λέει η Σοφία, στρέφοντας ξανά το βλέμμα στα μαγαζιά τώρα που έχουμε προσπεράσει τα πουλερικά. Ψευ δίζει ακόμη τόσο χαριτωμένα, που σφίγγεται η καρδιά μου. Αυτές τις στιγμές θεωρώ πολύτιμες. Για κάτι τέτοιες στιγμές αξίζει… Η ανάσα της γαλακτερός αχνός. «Τώρα το παπουτσάδικο. Τώρα τοοο…» Τραβάει τη λέξη, κρατώντας την επόμενη στο στόμα της μέχρι να ’ρθει η κατάλληλη στιγμή. «…μανάβικο» λέει μόλις φτάνουμε μπροστά του. Πάλι ψευδίζει. Πωπώ! Τρε λαίνομαι γι’ αυτό το κορίτσι, στ’ αλήθεια. Αυτό το τελετουργικό ξεκίνησε το καλοκαίρι, όταν η Σοφία ένιωθε νευρικότητα αλλά και ενθουσιασμό που θα ξεκινούσε το σχολείο. Κάθε λίγο και λιγάκι ρωτούσε κάτι. Πώς θα είναι η δασκάλα; Πού θα κρεμάνε τα πανωφόρια τους; Θα της έβαζαν τσιρότο αν γρατσουνούσε το γόνατό της; «Πες μου ξανά: Πώς πηγαίνουμε εκεί;». Της το ξανάλεγα: «Ανεβαίνουμε τον λόφο, διασχίζουμε έναν δρόμο, μετά άλλον έναν κι έπειτα βγαίνουμε στον κεντρικό. Περνάμε τη στάση του λεωφορείου, μετά το γυ μνάσιο και στη συνέχεια μπροστά από τα μαγαζιά: το βιβλιο πωλείο, το μεσιτικό γραφείο και το κρεοπωλείο. Στρίβουμε και φτάνουμε στο Sainsbury’s. Περνάμε το παπουτσάδικο, το μα νάβικο, το αστυνομικό τμήμα, τον λόφο, την εκκλησία και… φτάσαμε». Η σχέση με τη Σοφία απαιτεί υπομονή, κι αυτό είναι που δυσκολεύει τον Άνταμ. Πρέπει να της τα λες όλα ξανά και ξανά. Να την καθησυχάζεις πως τίποτα δεν έχει αλλάξει. Πως τίποτα δεν θα αλλάξει. Εκείνη την πρώτη μέρα του Σεπτέμβρη πήγαμε μαζί με τον Άνταμ τη Σοφία στο σχολείο. Την κρατούσαμε από τα χέρια και τη σηκώναμε ψηλά, σαν να ήμασταν ακόμη κανονική οικογένεια,
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=