Ομηρία
Ο Μ Η Ρ Ι Α 27 «Δεν βρίσκω το στιλό επινεφρίνης της. Έχετε ακόμη εκείνο που σας είχα δώσει;» «Ναι, μην ανησυχείτε. Είναι στο ντουλαπάκι με τα φάρμακα, με το όνομα της Σοφίας γραμμένο». «Τα λαστιχάκια μου είναι λάθος χρώμα» λέει η Σοφία. Η δεσποινίς Τζέσοπ σκύβει να περιεργαστεί τις πλεξούδες της Σοφίας, η μία πιασμένη με κόκκινο λαστιχάκι και η άλλη με μπλε. «Πολύ ωραία λαστιχάκια». «Πάντα έχω δύο μπλε για το σχολείο». «Αυτά εδώ μου αρέσουν πολύ πάντως». Η δεσποινίς Τζέ σοπ στρέφει ξανά την προσοχή της σ’ εμένα και θαυμάζω την ικανότητα της δασκάλας να έχει την τελευταία λέξη, όταν η δική μου συζήτηση με τη Σοφία για το θέμα «λαστιχάκια» κράτησε περίπου όλο το πρωινό και σχεδόν σε όλη τη διαδρο μή για το σχολείο. «Μην ξεχάσετε, αύριο έχουμε το χριστου γεννιάτικο γεύμα, οπότε δεν χρειάζεται να έχει μαζί της με σημεριανό». «Έγινε. Σήμερα θα την πάρει η μπέιμπι σίτερ μας, η Μπέκα. Την έχετε ξαναδεί, νομίζω». «Όχι ο κύριος Χόλμπρουκ;» Την κοιτάζω για μια στιγμή και αναρωτιέμαι αν το χαμόγε λό της κρύβει κάτι άλλο. Απογοήτευση; Επίκριση; Αλλά η έκ φρασή της είναι τόσο αθώα, που αποστρέφω το βλέμμα και διπλώνω ξανά το υγρό πουλόβερ της Σοφίας. Να σε πάρει ο διάολος, Άνταμ, που με έκανες σαν εκείνες τις παρανοϊκές συ ζύγους που πάντα λυπόμουν. «Δεν ήξερε αν θα τελείωνε εγκαίρως, οπότε, για μεγαλύτερη σιγουριά, θα έρθει η μπέιμπι σίτερ». «Για πού πετάτε σήμερα;» «Για Σίντνεϊ».
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=