Ομηρία
C L A R E M A C K I N T O S H 20 «Μέσα στην παπουτσοθήκη; Όχι… Πίσω από την πόρτα του μπάνιου;» «Δεν μου ακούγεται πολύ ασφαλές» ψέλλισα, καθώς η Σοφία ορμούσε τρέχοντας στον κάτω όροφο για να μου πει θριαμβευ τικά ότι η Κάτια δεν την είχε βρει που κρυβόταν κουλουριασμέ νη πάνω σε ένα ράφι της λινοθήκης. «Δεν θέλω να κρύβεσαι σε μέρη όπου μπορεί να παγιδευτείς». Η Σοφία μούτρωσε κι ύστερα έφυγε τρέχοντας για να ξανα παίξει με την Κάτια. Δεν έδωσα συνέχεια. Ο πατέρας μου ισχυριζόταν ότι ο Άνταμ κι εγώ ήμασταν υπερπροστατευτικοί γονείς, ενώ εγώ, από την άλλη, τον παρα καλούσα να μην είναι τόσο χαλαρός. «Θα πέσει» έλεγα, ενώ φοβόμουν ακόμα και να κοιτάξω κάθε φορά που εκείνος ενθάρρυνε τη Σοφία να σκαρφαλώσει σε ένα δέντρο ή να περάσει μαζί του μέσα από ένα ρυάκι πα τώντας πάνω σε πέτρες. «Έτσι μαθαίνεις να πετάς». Το ήξερα ότι είχε δίκιο και πάλευα με την παρόρμησή μου να αντιμετωπίζω τη Σοφία σαν μωρό. Άλλωστε έβλεπα ότι και η ίδια απολάμβανε την περιπέτεια και λαχταρούσε να της φέ ρονται όπως σε ένα «μεγάλο κορίτσι». Η Κάτια το αντιλήφθηκε αμέσως, γι’αυτό οι δυο τους ανέπτυξαν γρήγορα ένα βαθύ δέ σιμο. Ωστόσο, επειδή η ικανότητα της Σοφίας να διαχειρίζεται τις όποιες αλλαγές –των προσώπων, στη συγκεκριμένη περίπτω ση– είναι μια διαδικασία σε εξέλιξη, γι’ αυτόν τον λόγο ανακου φίστηκα όταν η Κάτια επέλεξε να μείνει. Έτρεμα τις επιπτώσεις της αναχώρησής της. Συνέβη ξαφνικά τον Ιούνιο, λίγες εβδομάδες αφότου η Κάτια είχε ζητήσει να μείνει. Λίγες εβδομάδες από τότε που άρχισα να χαλαρώνω. Το πρόσωπό της ήταν κατακόκκινο και κλαμένο. Εί χε μαζέψει τα πράγματά της βιαστικά, γεμίζοντας τη βαλίτσα της
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=