Οι χαμένοι πολεμιστές της παλίρροιας

16 υπήρχε ένα σχεδόν αδιόρατο κενό. Ανάμεσα στο Σίρσα , που σήμαινε «ελευθερία», και στο Σουέδνες , που σήμαινε «γαλήνη», έλειπε το Ανοιξιάτικη Μπόρα 2008 . Έχωσε τα πόδια του στα αθλητικά του χωρίς να μπει στον κόπο να χαλαρώσει πρώτα τα κορδόνια και διέσχισε το δωμάτιο με τρεις δρασκελιές. Ο παππούς του τον παρακολουθούσε μασουλώντας το σάντουιτς. «Προς τι τόση βιασύνη;» Ο Φιον φόρεσε το παλτό του και τράβηξε τον μάλλινο σκούφο του ως τ’ αυτιά. «Κάτι κλάπηκε!» «Τι πράγμα;» Κοίταξε τον παππού του με στενεμένο βλέμμα. «Νομί- ζω ξέρεις πολύ καλά για τι πράγμα μιλάω. Και ποιος το έκλεψε, εδώ που τα λέμε». Ο ηλικιωμένος έχωσε το υπόλοιπο σάντουιτς στο στό- μα του μονομιάς, μέχρι που τα μάγουλά του έμοιαζαν με φουσκόψαρο, κι ύστερα έδειξε το πρόσωπό του σαν να έλεγε: Δεν μπορώ να μιλήσω αυτή τη στιγμή, ξαφνικά το στόμα μου είναι γεμάτο. Ο Φιον άνοιξε διάπλατα την πόρτα και ο χειμώνας όρμησε μέσα, ανασηκώνοντας τις τούφες που ξεμύτιζαν κάτω απ’ τον σκούφο του. «Υποτίθεται ότι είναι για ώρα ανάγκης!» είπε θυμωμένα, προτού κοπανήσει την πόρτα πίσω του και βγει στο μονοπάτι του κήπου. Ηκαγκελόπορτα άνοιξε μπροστά του για χάρη του και οι θάμνοι –σκελετωμένοι χωρίς την καλοκαιρινή τους φο- ρεσιά– τον αποχαιρέτισαν τρίζοντας. Ψηλά, τα σύννεφα έκρυβαν τον ήλιο, που είχε αρχίσει ν’ ανεβαίνει στον ου-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=