Οι χαμένες μας καρδιές

C E L E S T E N G 24 που κουβαλούσε αιώνια την πέτρα πάνω στον λόφο. Ο πατέρας του αγαπάει τους μύθους, τις άγνωστες λατινικές ρίζες κι όλες εκείνες τις μεγάλες λέξεις που θέλουν εξά- σκηση για να τις πεις νεράκι. Πολύ συχνά σταματούσε στη μέση μιας πρότασης, για να εξηγήσει έναν περίπλοκο όρο, ξεστράτιζε απ’ τη σκέψη του, για να ακολουθήσει ένα δύ- σβατο μονοπάτι, λέγοντας στον Μπερντ την ιστορία της λέξης, τις ρίζες της, ολόκληρη τη διαδρομή της, με ποιες άλλες λέξεις συγγένευε. Αποκάλυπτε τα διάφορα επίπεδα των νοημάτων της. Κάποτε και του Μπερντ του άρεσε πολύ αυτό, τότε που ήταν μικρός, τότε που ο πατέρας του ήταν ακόμη καθηγητής και η μητέρα του ήταν ακόμη εδώ και όλα ήταν αλλιώτικα. Τότε που πίστευε ακόμη ότι οι ιστορίες μπορούν να εξηγήσουν τα πάντα. Τελευταία, ο πατέρας του δεν μιλάει πολύ για τις λέ- ξεις. Έχει κουραστεί από τις ατέλειωτες ημέρες στη βιβλιο­ θήκη, όπου δουλεύει με προσοχή μέχρι που τα βλέπει διπλά· και επιστρέφει στο σπίτι περικυκλωμένος από σιω­ πή, σαν να την έχει απορροφήσει όλη από τις στοίβες με τα βιβλία, μαζί με την κρύα γλυκερή κλεισούρα και το σκοτάδι που αιωρείται από πάνω σου και που το ελάχιστο φως από τη μοναδική λάμπα κάθε διαδρόμου δεν κατα- φέρνει να το διαλύσει. Ούτε ο Μπερντ τον ρωτάει πια για τις λέξεις, για τον ίδιο λόγο που ο πατέρας του δεν μιλάει πολύ για τη μητέρα του: και οι δύο θα προτιμούσαν να μην τους έλειπαν τόσο όλα εκείνα που δεν μπορούν να ξανα- βρούν. ***

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=