Οι χαμένες μας καρδιές

Ο Ι Χ Α Μ Ε Ν Ε Σ Μ Α Σ Κ Α Ρ Δ Ι Ε Σ 23 χουν αριθμοί. Όταν μπορεί να είναι βέβαιος για το τι είναι σωστό και τι λάθος. Όλα καλά, Νόα; ρωτάει ο πατέρας του, και ο Μπερντ γνέφει ναι, δείχνει το τετράδιό του με μια ασαφή κίνηση. Έχω πολλά για το σπίτι, λέει, κι ο πατέρας του, εμφα- νώς ικανοποιημένος, πηγαίνει στο υπνοδωμάτιο για να αλλάξει. Ένα το κρατούμενο, ο Μπερντ ζωγραφίζει προσεκτικά ένα κουτάκι γύρω από το άθροισμα. Δεν υπάρχει λόγος να μιλήσει στον πατέρα του για την ημέρα του: όλες οι μέρες είναι ίδιες. Η διαδρομή ως το σχολείο με τα πόδια, πάντα ίδια. Ο όρκος, το εμβατήριο, το σύρσιμο από το ένα μά- θημα στο άλλο με το κεφάλι σκυφτό, για να μην τραβήξει την προσοχή στον διάδρομο, ποτέ δεν σηκώνει χέρι την ώρα του μαθήματος. Τις καλές μέρες, όλοι τον αγνοούν· τις περισσότερες μέρες, τον κοροϊδεύουν ή τον λυπούνται. Δεν είναι σίγουρος τι τον ενοχλεί περισσότερο, αλλά για όλα φταίει η μητέρα του. Ούτε βέβαια υπάρχει λόγος να ρωτήσει τον πατέρα του πώς ήταν η δική του μέρα. Απ’ ό,τι καταλαβαίνει, οι μέρες του πατέρα του δεν αλλάζουν: σπρώχνει το καρότσι ανά- μεσα στις στοίβες, βάζει ένα βιβλίο στη θέση του και πάλι απ’ την αρχή. Στο πίσω δωμάτιο, με τα πολλά ράφια, τον περιμένει ένα ακόμη καρότσι. Σαν τον Σίσυφο είμαι , έλεγε ο πατέρας του, όταν έπιασε πρώτη μέρα δουλειά. Παλιά δί- δασκε γλωσσολογία, λατρεύει τα βιβλία και τις λέξεις, μι- λάει άπταιστα έξι γλώσσες, διαβάζει σε άλλες οκτώ. Εκεί- νος ήταν που έμαθε στον Μπερντ την ιστορία του Σίσυφου,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=