Οι Φύλακες των Χαμένων Πόλεων 4: Αθέατοι

ΕΝΑ «ΠΡΈΠΕΙ ΝΑ ΦΎΓΟΥΜΕ» είπε ο Φιτζ, περνώντας σαν σίφουνας από την πόρτα του ξενώνα του πάνω πατώματος του Έβεργκλεν. Βρήκε τη Σόφι να κάθεται μόνη στην άκρη του γιγάντιου κρεβατιού με ουρανό, ντυμένη ήδη με κάποια από τα παλιά της ρούχα. «Δε θα περιμέναμε άλλη μία ώρα;» ρώτησε εκείνη και κοίταξε από το παράθυρο τον απέραντο σκοτεινό ουρανό. «Δεν μπορούμε. Το Συμβούλιο ήδη συνεδριάζει για να αποφασίσει τις τιμωρίες μας». Η Σόφι πήρε μια αργή ανάσα και άφησε τα λόγια να πε­ ράσουν μέσα στις φλέβες της, να της δώσουν κουράγιο καθώς άπλωνε το χέρι να πιάσει το μοβ σακίδιό της. Ήταν εκείνο που είχε πάρει όταν εγκατέλειψε τη ζωή της κοντά στους ανθρώπους πριν από έναν χρόνο. Και τώρα θα το χρησιμο­ ποιούσε και πάλι για να εγκαταλείψει τις Χαμένες Πόλεις.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=