Οι Φύλακες της Μαγείας (Το Χρονικό των Φτερωτών Αλόγων)
22 Στη μια γωνιά του κοιτώνα που βρισκόταν στη σοφίτα του κτιρίου, ο καλύτερος φίλος του Ζαμ, ο Λάνγκντεϊλ το κατσικόπαιδο, ροχάλιζε γαλήνια. Κάτω απ’ την κου- βέρτα, που ήταν φτιαγμένη από ένα σακί για αλεύρι, οι οπλές του σάλευαν ανεπαίσθητα, καθώς το κατσικόπαιδο ονειρευόταν πως κυνηγούσε γαλάζιες πεταλούδες στα καλοκαιρινά πευκοδάση των Δυτικών Βουνών. Στην άλλη γωνιά, οι δύο αδελφές Σέλακ έσφιγγαν πάνω τους το σάλι που μοιράζονταν. Στις κουκέτες ανάμεσά τους, οι νεαροί γνώμοι από τους Γκρίζους Λόφους κοιμόντουσαν ακίνη- τοι και σιωπηλοί –πέντε κάτω από κάθε κουβέρτα– και τα τριχωτά γκριζωπά κεφαλάκια τους ίσα που ξεχώριζαν. Ο Ζαμ έριξε μια ματιά απ’ το παράθυρο κι αντίκρισε τις χρυσαφένιες στέγες των παλατιών, που στραφτάλι- ζαν κάτω απ’ τον πρωινό ήλιο. Έστρεψε το βλέμμα σ’ ένα γοργοτάξιδο σύννεφο κι έκανε μια ευχή: «Μακάρι να φτιάξω το πιο νόστιμο κέικ με τζίντζερ του κόσμου» ψιθύρισε. «Συννεφάλογο, που κανείς δε σ’ έχει δει, κάνε η ευχή μου να βγει αληθινή». Ο Ζαμ πήρε την ποδιά και τον σκούφο του και βγήκε αθόρυβα από τη σοφίτα, αφήνοντας τους φίλους του να ονειρεύονται. Έπειτα κατέβηκε τα σκαλιά μέχρι το υπόγειο, άνοιξε
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=