Οι φαροφύλακες

Ο Ι Φ Α Ρ Ο Φ Υ Λ Α Κ Ε Σ 19 πώς θα είναι εκείνος που κάνει κουμάντο. Ο φάρος δεν είναι ακόμη αυτού του αγοριού – μάλλον δεν θα γίνει ποτέ. Οι επικουρικοί έρχονται και φεύγουν: στεριανός φάρος τη μια φορά, πάνω στον βράχο την επόμενη, πάνε εδώ κι εκεί μες στη χώρα σαν μπίλια σε φλιπεράκι. Ο Τζόρι έχει δει ένα σωρό από δαύτους, ανυπόμονους ν’ αρχίσουν και συνεπαρμένους με τη ρομαντική πλευρά του πράγματος, που όμως δεν είναι και τόσο ρομαντικό. Τρεις άντρες μόνοι μέσα σ’ έναν φάρο καταμεσής της θάλασ­ σας. Δεν είναι τίποτα το ιδιαίτερο, απολύτως τίποτα, απλώς τρεις άντρες και πολύ νερό. Θέλει ένα συγκεκρι­ μένο είδος ανθρώπου για ν’ αντέξει έτσι κλειδωμένος. Μοναξιά, απομόνωση, μονοτονία. Τίποτα για μίλια πέρα από θάλασσα, παντού γύρω σου θάλασσα. Χωρίς φίλους. Χωρίς γυναίκες. Μόνος με τους άλλους δύο μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, ανήμπορος ν’ απομακρυνθείς απ’ αυτούς, μπορεί ν’ αποτρελαθείς έτσι. Είναι συνηθισμένο να περιμένεις μέρες ολόκληρες για την αντικατάσταση ή κι εβδομάδες ακόμα. Μια φορά ο Τζόρι είχε έναν φύλακα εγκλωβισμένο εκεί έξω για τέσσε­ ρις ολόκληρους μήνες λόγω ενός χαμένου ανεφοδιασμού. «Θα τον συνηθίσεις τον καιρό» λέει στον νεαρό. «Το ελπίζω». «Και δεν θα ’χεις ούτε τη μισή τσαντίλα εκείνου του ταλαίπωρου που ’ναι να βγει στη στεριά». Μαζεμένοι παρέα στην πρύμνη, οι άντρες του πληρώ­ ματος ανεφοδιασμού ατενίζουν κακόκεφα τη θάλασσα καπνίζοντας κι ανταλλάσσοντας δύσθυμα δυο κουβέντες,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=