Οι φαροφύλακες
E M M A S T O N E X 18 πιστεύοντας πως αυτό είναι η ζωή. Όλοι έχουν ανάγκη από μια δραστηριότητα, ειδικά στους πύργους – δεν μπορείς να περνάς όλη σου την ώρα τρέχοντας πάνω κάτω στα σκα λιά. Ο Τζόρι ήξερε έναν φύλακα τα παλιά χρόνια, έναν σπουδαίο τεχνίτη που έβαζε καράβια μέσα σε μπουκάλια · περνούσε όλον του τον καιρό εκεί φτιάχνοντάς τα, κι όταν τελείωνε πια η παραμονή του, είχε έτοιμα τα όμορφα αυτά αντικείμενα. Κι ύστερα βάλαν τηλεοράσεις και ο φύλακας τα πέταξε όλα, κυριολεκτικά εκσφενδόνισε από το παρά θυρο ολόκληρο το κουτί με τα σύνεργά του στη θάλασσα, και στο εξής καθόταν και χάζευε το χαζοκούτι όποτε είχε έστω και μια στιγμή ελεύθερη. « Έχεις καιρό που το κάνεις αυτό;» ρωτάει ο νεαρός. Ναι, περισσότερο από τα χρόνια σου, του απαντάει ο Τζό ρι. «Δεν πίστευα ότι θα τα καταφέρναμε» λέει. «Περιμένω από την Τρίτη. Μ’ είχαν βολέψει σ’ ένα σπίτι στο χωριό, και πολύ ωραίο μάλιστα, όχι όμως τόσο ωραίο ώστε να θέλω να μείνω εκεί για πολύ ακόμα. Κάθε μέρα κοιτούσα έξω και σκεφτόμουνα: Θα ξεκινήσουμε ποτέ; Μιλάμε για διαολεμένη καταιγίδα. Να πω την αλήθεια, δεν ξέρω πώς θα είναι εκεί έξω όταν μας έρθει η επόμενη. Μου είπανε πως δεν έχεις ξαναδεί καταιγίδα ώσπου να τη δεις απ’ τη θάλασσα και ότι σου φαίνεται λες κι ο πύργος θα γκρεμιστεί κάτω απ’ τα πόδια σου και θα τον πάρει το νερό». Οι καινούργιοι πάντοτε σου πιάνουν την κουβέντα. Εί ναι η νευρικότητα, σκέφτεται ο Τζόρι: για τον διάπλου και το αν θα γυρίσει ο άνεμος, για την αποβίβαση στον φάρο, για τους άντρες εκεί και το αν θα ταιριάξει μαζί τους και
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=