Οι φαροφύλακες
Ο Ι Φ Α Ρ Ο Φ Υ Λ Α Κ Ε Σ 17 ξανθά μαλλιά και χοντρά γυαλιά, που κάνουν τα μάτια του να φαίνονται μικρά, ανήσυχα – θυμίζει στον Τζόρι κάτι που το κρατούν σε κλουβί και ζει πάνω σε πριονίδι. Στέκεται εκεί στον μόλο με το κοτλέ παντελόνι καμπάνα που τα ξεφτισμένα μπατζάκια του έχουν σκουρύνει από το πιτσί λισμα της θάλασσας. Νωρίς το πρωί είναι ήσυχα στην απο βάθρα: ένας που βγάζει βόλτα τον σκύλο του κι ένας που ξεφορτώνει κιβώτια γάλα. Το παγωμένο μεσοδιάστημα ανάμεσα στα Χριστούγεννα και στην Πρωτοχρονιά. Ο Τζόρι και οι άντρες του φορτώνουν τις προμήθειες του νεαρού –κόκκινα κιβώτια του Οίκου Τράιντεντ που περιέχουν ρούχα και τρόφιμα για δύο μήνες, φρέσκο κρέας, φρούτα, κανονικό γάλα, όχι γάλα σκόνη, μια εφημερίδα, ένα κουτί τσάι, καπνό Golden Virginia– και τις κατεβά ζουν με σκοινιά, σκεπάζοντας τα κιβώτια με μουσαμά. Οι φύλακες θα χαρούν: Τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες την έχουν βγάλει με βραστό κρέας κονσέρβα και με ό,τι υπήρχε στο πρωτοσέλιδο της Mail τη μέρα που έγινε ο τελευταίος ανεφοδιασμός. Στα ρηχά το νερό ξερνάει φύκια, γλείφοντας και ρου φώντας γύρω από τα πλαϊνά του σκάφους. Ο νεαρός ανε βαίνει ψηλαφώντας τα πλαϊνά σαν τυφλός, τα πάνινα αθλη τικά του βρεμένα. Παραμάσχαλα κουβαλάει ένα πακέτο με τα υπάρχοντά του δεμένα με σπάγκο: βιβλία, κασετό φωνο, κασέτες, ό,τι θα χρησιμοποιεί για να περνάει την ώρα του. Φοιτητής είναι μάλλον – αυτές τις μέρες ο Οίκος Τράιντεντ μαζεύει πολλούς φοιτητές. Θα γράφει μουσική, αυτό θα ’ναι το χούι του. Πάνω στον φωτιστικό κλωβό,
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=