Οι επτά θάνατοι της Έβελιν Χαρντκάστλ

O I Ε Π Τ Α Θ Α Ν Α Τ Ο Ι Τ Η Σ Ε Β Ε Λ Ι Ν Χ Α Ρ Ν Τ Κ Α Σ Τ Λ 13 κάποιος πρέπει να έχει καταλάβει ως τώρα ότι λείπω. Σ’ ένα σπίτι, πέρα από αυτά τα δέντρα, έχει σημάνει σίγουρα συνα­ γερμός, ομάδες έρευνας έχουν βγει για να με βρούνε. Το βλέμ­ μα μου σαρώνει τα δέντρα περιμένοντας ίσως να δω τους φί­ λους μου να ξεπροβάλλουν μέσα από τις φυλλωσιές και με φιλικά χτυπήματα στην πλάτη και άκακα πειράγματα να με συνοδεύουν πίσω στο σπίτι. Αλλά οι ονειροπολήσεις δεν θα με βγάλουν από το δάσος και δεν μπορώ να μείνω άλλο εδώ ελπί­ ζοντας ότι θα έρθουν να με σώσουν. Τρέμω, τα δόντια μου χτυπάνε. Πρέπει ν’ αρχίσω να περπατάω, έστω και μόνο για να ζεσταθώ, αλλά προς τα πού; Δεν βλέπω τίποτα άλλο εκτός από δέντρα. Δεν υπάρχει τρόπος για να ξέρω αν πλησιάζω στη βοή­ θεια ή αν απομακρύνομαι απ’ αυτήν. Χαμένος, επιστρέφω στην τελευταία έγνοια του ανθρώπου που ήμουν. «Άννα!» Όποια κι αν είναι αυτή η γυναίκα, είναι σίγουρα ο λόγος που βρίσκομαι εδώ, αλλά δεν μπορώ να φέρω στον νου μου την εικόνα της. Μπορεί να είναι γυναίκα μου ή κόρη μου. Τίποτα από τα δύο δεν μου φαίνεται ότι ισχύει, εντούτοις αυτό το όνομα μου προκαλεί μια ισχυρή έλξη. Νιώθω ότι προσπαθεί να οδηγήσει το μυαλό μου κάπου. «Άννα!» φωνάζω, μάλλον από απελπισία κι όχι από ελπίδα. «Βοήθεια!» απαντάει μια γυναίκα ουρλιάζοντας. Γυρίζω γύρω γύρω αναζητώντας τη φωνή. Ζαλίζομαι. Ίσα που προλαβαίνω να δω για μια στιγμή, μακριά, ανάμεσα στα δέντρα, μια γυναίκα με μαύρο φόρεμα να τρέχει να σωθεί. Δευτερόλεπτα αργότερα διακρίνω τον διώκτη της να ανοίγει βίαια δρόμο μέσα από τις φυλλωσιές ξοπίσω της. «Εσύ εκεί, σταμάτα» φωνάζω, αλλά η φωνή μου βγαίνει ξέπνοη. Τόσο αδύναμη που τη σκεπάζουν τα βήματά τους.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=