Οι επτά θάνατοι της Έβελιν Χαρντκάστλ
O I Ε Π Τ Α Θ Α Ν Α Τ Ο Ι Τ Η Σ Ε Β Ε Λ Ι Ν Χ Α Ρ Ν Τ Κ Α Σ Τ Λ 19 «Ω, δόξα τω θεώ, χρειάζομαι τη βοήθειά σας» λέω ανακτώ ντας την αυτοκυριαρχία μου. Με κοιτάζει με ανοιχτό το στόμα. «Έχετε τηλέφωνο;» προσπαθώ ξανά. «Πρέπει να καλέσου με την αστυνομία». Τίποτα. «Μη στέκεστε έτσι, διάβολε!» φωνάζω ταρακουνώντας τον από τους ώμους και στη συνέχεια τον σπρώχνω και μπαίνω μέσα. Μένω με το στόμα ανοιχτό καθώς το βλέμμα μου σαρώ νει την είσοδο. Όλες οι επιφάνειες λαμποκοπάνε, ένας κρυ στάλλινος πολυέλαιος φορτωμένος με δεκάδες κεριά αντανα κλάται στο μαρμάρινο πάτωμα, που είναι χωρισμένο σε τετρά γωνα σαν σκακιέρα. Κορνιζαρισμένοι καθρέφτες είναι παρα ταγμένοι στους τοίχους, μια φαρδιά σκάλα με περίτεχνο κι γκλίδωμα οδηγεί σε έναν εξώστη, ένα στενό κόκκινο χαλί κατε βαίνει τα σκαλοπάτια σαν αίμα σφαγμένου ζώου. Μια πόρτα κλείνει με δύναμη στο βάθος της αίθουσας και από τα εσώτερα της οικίας εμφανίζονται πέντε έξι υπηρέτες. Τα χέρια τους είναι φορτωμένα με ροδαλά και μενεξεδένια άνθη, το άρωμά τους σχεδόν καλύπτει τη μυρωδιά του λιωμέ νου κεριού. Όλες οι κουβέντες σταματούν μόλις αντιλαμβάνο νται την αλαφιασμένη μορφή που αγκομαχάει δίπλα στην πόρ τα. Όλοι όσοι βρίσκονται στην αίθουσα στρέφονται, ο ένας με τά τον άλλον, προς το μέρος μου κρατώντας την ανάσα τους. Πολύ σύντομα ο μόνος ήχος που ακούγεται είναι το νερό που στάζει από τα ρούχα μου στο ωραίο και πεντακάθαρο πάτωμα. Πλιτς. Πλιτς. Πλιτς. «Σεμπάστιαν;» Ένας γοητευτικός άντρας με ξανθά μαλλιά, πουλόβερ κρίκετ
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=