Οι επτά θάνατοι της Έβελιν Χαρντκάστλ

S T U A R T T U R T O N 18 αυτή την πυξίδα; Το πιθανότερο είναι πως εδώ με περιμένει ένα χειρότερο κακό. Η σκέψη της Άννας με παρακινεί να προχωρήσω. Έχασε τη ζωή της εξαιτίας των τριάντα δευτερολέπτων αναποφασιστι­ κότητάς μου και τώρα πάλι χρονοτριβώ. Καταπνίγοντας την αγωνία μου, σκουπίζω τη βροχή από τα μάτια μου και διασχί­ ζω την πρασιά. Ανεβαίνω τα ετοιμόρροπα σκαλιά και φτάνω στο πλατύσκαλο. Χτυπάω την εξώπορτα με μανία παιδιού, εξαπολύοντας ό,τι δύναμη μου έχει απομείνει στο ξύλο. Κάτι φριχτό συνέβη σ’ αυτό το δάσος, κάτι που δεν θα μείνει ατιμώ­ ρητο, αρκεί να ξυπνήσω τους ενοίκους αυτού του σπιτιού. Δυστυχώς δεν μπορώ. Παρότι χτυπάω την πόρτα με τόση δύναμη που θα μείνω ανάπηρος στο τέλος, κανείς δεν έρχεται να μ’ ανοίξει. Φέρνοντας τα χέρια πάνω από τα μάτια μου, κολλάω τη μύτη μου στα ψηλά παράθυρα εκατέρωθεν της πόρτας, αλλά τα βιτρό είναι γεμάτα σκόνη και έτσι το μόνο που βλέπω είναι μια κίτρινη θολούρα. Τα χτυπάω με την παλάμη μου και κάνω πίσω για να κοιτάξω μήπως υπάρχει άλλη είσοδος. Τότε βλέπω το κουδούνι, μια σκουριασμένη αλυσίδα μπλεγμένη στον κισσό. Μετά από προσπάθεια την ξεμπλέκω και την τραβάω δυνατά, ξανά και ξανά, μέχρι που κάτι κινείται πίσω από τα παράθυρα. Η πόρτα ανοίγει και βλέπω έναν νυσταγμένο ανθρωπάκο με τόσο αλλόκοτη εμφάνιση, που για μια στιγμή στεκόμαστε απλώς ακίνητοι και οι δύο, κοιτάζοντας αποσβολωμένοι ο ένας τον άλλον. Είναι κοντός και καμπούρης, ζαρωμένος από τη φωτιά που έχει σημαδέψει το μισό του πρόσωπο. Φοράει κάτι μεγάλες πιτζάμες που κρέμονται πάνω στο φαρδύ του σώμα και μια ποντικί ρόμπα πάνω στους στραβούς του ώμους. Δεί­ χνει μετά βίας ανθρώπινος, ένα απομεινάρι κάποιου προηγού­ μενου είδους που εξαφανίστηκε σε κάποιο στάδιο της εξέλιξης.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=