Οι επτά αγγελιοφόροι
Ν Τ Ι Ν Ο Μ Π Ο Υ Τ Ζ Α Τ Ι 10 νένα όριο κι ότι, όσο και να προχωρώ, δεν θα μπορέσω ποτέ να φτάσω στο τέρμα. Είχα περάσει τα τριάντα όταν άρχισα να ταξιδεύω, πολύ αργά ίσως. Οι φίλοι, οι ίδιοι οι οικείοι μου, περιγελούσαν το σχέδιό μου ως περιττό ξόδεμα των καλύτερων χρόνων της ζωής μου. Ελάχιστοι στην πραγματικότητα από τους πιστούς μου συμφώνησαν να φύγουν μαζί μου. Αν και ανέμελος –πολύ περισσότερο απ’ όσο είμαι τώρα!–, ανησυχούσα για το αν θα μπορούσα να επικοινω- νώ, στη διάρκεια του ταξιδιού μου, με τους αγαπημένους μου, κι έτσι από τους ιππότες της συνοδείας μου επέλεξα τους επτά καλύτερους, που μου χρησίμευσαν ως αγγελιο- φόροι. Θεωρούσα, μέσα στην άγνοιά μου, ότι το να έχω επτά ήταν μάλλον υπερβολή. Με το πέρασμα του χρόνου συνει- δητοποίησα αντιθέτως πως ήταν τραγικά λίγοι · παρόλο που ποτέ κανείς από αυτούς δεν αρρώστησε, ούτε συναπαντή- θηκε με ληστές ούτε καταπόνησε τα άλογα. Και οι επτά με υπηρέτησαν με τέτοιο σθένος και αφοσίωση, που δύσκολα θα καταφέρω ποτέ να τους ανταμείψω. Για να τους ξεχωρίζω εύκολα, τους έδωσα ονόματα σύμ- φωνα με τη σειρά των γραμμάτων της αλφαβήτου: Αλε- σάντρο, Γκρεγκόριο, Έτορε, Κάιο, Μπαρτολομέο, Ντο- μένικο, Φεντερίκο. Καθώς δεν είχα συνηθίσει να λείπω από το σπίτι μου, έστειλα τον πρώτο, τον Αλεσάντρο, ήδη από το βράδυ της δεύτερης μέρας του ταξιδιού, όταν πια είχαμε διασχίσει καμιά ογδονταριά λεύγες. Το επόμενο βράδυ, για να εξα- σφαλίσω τη συνέχεια της επικοινωνίας, έστειλα τον δεύ- τερο, μετά τον τρίτο, τον τέταρτο και ούτω καθεξής, μέχρι
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=