Οι επιβάτες της αποβάθρας 5

Ο Ι Ε Π Ι Β Α Τ Ε Σ Τ Η Σ Α Π Ο Β Α Θ Ρ Α Σ 5 17 Στην προκειμένη περίπτωση, η στάση του σώματός του δεν έδειχνε και τόση αυταρέσκεια. Ίσα ίσα, φαινόταν να υποφέρει. Είχε σκύψει μπροστά και έπιανε τον λαιμό του, βγάζοντας ήχους που θύμιζαν κάτι ανάμεσα σε βήχα και εμετό. Το κορίτσι που καθόταν δίπλα του –μια όμορφη κοπέλα με κόκκινα μαλλιά πιασμένα κοτσίδα και ολόδρο- ση επιδερμίδα, την οποία θεωρούσε σίγουρα δεδομένη, αλλά μια μέρα θα αναπολούσε με νοσταλγία– είπε, μάλλον αγχωμένα, «Είστε καλά;» Αλλά όχι, προφανέστατα δεν ήταν καθόλου καλά. Σήκωσε τα μάτια του, σαν να ήθελε να πει κάτι, αλλά οι λέξεις έμοιαζαν να έχουν σκαλώσει στον λαιμό του. Έκανε μια χειρονομία δείχνοντας προς τη μισοφαγωμένη φρουτοσαλάτα που βρισκόταν πάνω στο τραπέζι μπροστά του. «Νομίζω ότι πνίγεται με μία από τις φράουλές του. Ή, ίσως, με ρώγα από σταφύλι» είπε η κοπέλα. Η κατάστασή του έχρηζε προφανώς άμεσης βοήθειας. Δεν είχε σημασία ακριβώς ποιο από τα φρούτα την είχε προκαλέσει. Η κο- πέλα άφησε κάτω το βιβλίο που διάβαζε και τον χτύπησε από πίσω, ανάμεσα στα οστά της ωμοπλάτης. Ήταν το είδος του μαλακού χτυπήματος που συνοδεύεται συχνά από τις λέξεις καλό σκυλάκι , αλλά σε καμία περίπτωση αυτό που απαιτούσε η περίσταση. «Όχι, πρέπει να βάλεις περισσότερη δύναμη» είπε η Αϊόνα, που έσκυψε πάνω από το τραπέζι και του έριξε ένα γερό χτύπημα με την κλειστή γροθιά της, το οποίο ευχα- ριστήθηκε πολύ περισσότερο απ’ όσο δικαιολογούσαν οι συνθήκες. Προς στιγμήν επικράτησε σιωπή και της φάνη-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=