Οι δράκοι του Δαρβίνου

Έσπρωξα τον Φασαρία στην πλάτη μου και σκέφτηκα ότι ευτυχώς που είχα σφραγίσει τη θήκη με κερί. Κάθε κύμα ήταν ένας ρευστός λοφίσκος νερού που έπρεπε να τον ανέβουμε, και φαινόταν αδύνατον να παραμείνουμε στην επιφάνεια, όμως οι ναύτες συνέχιζαν να τραβάνε κουπί κι εγώ προσπαθούσα να σκέφτομαι ότι δεν είναι και τόσο εύκολο να βυθιστεί μια λέμβος. Το λινό πουκάμισο του κυρίου Δαρβίνου είχε κολλήσει στο δέρμα του και το πρόσωπό του ήταν εξίσου άσπρο με τα αφρισμένα κύματα. Άπλωσε το χέρι προς το μέρος μου κι αμέσως μετά σύρθηκε όπως όπως στον πάγκο και έσκυ- ψε απότομα έξω από τη λέμβο για να αδειάσει τα άντερά του. Κρατιόταν από την κουπαστή, με την πλάτη του να ανεβοκατεβαίνει, και τον πλησίασα για ναβοηθήσω– όμως, ενώ το έκανα, ανεβήκαμε σε ένα κύμα βουνό και ο κύριός μου έγειρε ακόμαπιο μπροστά, με τα χέρια του να γλιστρά- νε. Πριν προλάβω να φωνάξω, αναποδογύρισε… και βρέ- θηκε στο νερό. «Άνθρωπος στη θάλασσα!» φώναξε ο Ρόμπινς. Άρπαξα το σχοινί που ήταν κουλουριασμένο στον πά- το της λέμβου και το τύλιξα στο χέρι μου. Ακολούθησε άλλη μια κραυγή καθώς πέταξα την άλλη άκρη του σχοι- νιού πίσω μου. Πήδηξα στη μανιασμένη θάλασσα, ακολουθώντας τον κύριό μου. Τα κύματα με τράβηξαν κάτω από την επιφάνεια πριν με ξεράσουν πάλι ψηλά και, ασθμαίνοντας, συνειδητο- ποίησα πλέον αργά ότι ήμουν εντελώς απαίδευτος και 20

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=