Οι άνθρωποι στα δέντρα

H A N Y A Y A N A G I H A R A 22 του με τη γωνία της πετσέτας του, μια χειρονομία σκηνοθετημέ­ νη και θηλυπρεπής συνάμα, καθώς και κραυγαλέα, αποκρουστι­ κά αγγλοφιλική. (Ο Γουέστ είχε σπουδάσει –πριν από δεκαετίες, και μόλις για δύο χρόνια– στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης με υποτροφία Μάρσαλ, πράγμα που είχε ασυνήθιστο ταλέντο να αναφέρει σε κάθε κοινωνική και εργασιακή αλληλεπίδραση). Έτρωγε τάρτα με μύρτιλλα, και τα δόντια του είχαν λεκιαστεί με το μαβί μπλε της μελανιάς. «Ρον» άρχισε. «Ναι;» είπα. «Πιστεύεις ότι το έκανε;» ρώτησε ο Γουέστ. Πλέον είχα μάθει να περιμένω αυτή την ερώτηση, όπως και τι να λέω σε απάντηση. «Εσύ;» Ο Γουέστ με κοίταξε και χαμογέλασε, και έπειτα κοίταξε το ταβάνι πριν με ξανακοιτάξει. «Ναι» είπε. Δεν είπα τίποτα. «Εσύ όχι» είπε ο Γουέστ, κάπως απορημένα. Και σε αυτό είχα μάθει τι να λέω. «Το αν το έκανε ή όχι δεν έχει σχέση» είπα. «Ο Νόρτον είναι σπουδαίο μυαλό, και αυτό είναι το μόνο που έχει σημασία για μένα και, θα πρέπει να πω, και για την ιστορία». Έπεσε σιωπή. Τελικά ο Γουέστ είπε αμήχανα, «Καλύτερα να πηγαίνω σιγά σιγά. Έχω διάβασμα πριν από την αυριανή πτήση». «Εντάξει» είπα. Και τελειώσαμε το γλυκό μας σιωπηλοί. Στο εστιατόριο είχαμε πάει με το αυτοκίνητό μου, και αφού πληρώσαμε για το δείπνο (ο Γουέστ προσπάθησε να με κεράσει, αλλά υπερίσχυσα), πήγα τον Γουέστ πίσω στο ξενοδοχείο του. Στο αυτοκίνητο έκανε κάποιες απόπειρες να πιάσει κουβέντα, οι οποίες με εξόργισαν ακόμα περισσότερο. Στο πάρκινγκ του ξενοδοχείου, αφού καθίσαμε σιωπηλοί για λίγο, ο Γουέστ με προσμονή, εγώ με θυμό, τελικά έτεινε το χέρι του και το έσφιξα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=