Οι αλήθειες των άλλων
ΟΙ ΑΛHΘΕΙΕΣ ΤΩΝ AΛΛΩΝ 11 ακολουθούμενος σε απόσταση από το αφεντικό του, κατευ θυνόταν νωχελικά προς τη μικρή πλατεία. Σκέφτηκε ότι η ώρα δεν περνούσε κι ότι δεν είχε νόημα άλλο να χαζεύει. Καταπιάστηκε με το πακετάρισμα των βι βλίων, των κάθε λογής σημειώσεων και περιοδικών που τον είχαν συντροφέψει στις σπουδές του· ένα χαρτομάνι που προοριζόταν να γεμίσει δυο χαρτονένιες κούτες και να δρο μολογηθεί με το πιο οικονομικό ταχυδρομείο για την Αθήνα. Και προς Θεού, να μην ξεχάσει να παραλάβει τα δυο βιβλία δεύτερο χέρι που είχε παραγγείλει στο βιβλιοπωλείο – αν τα είχε βρει ο κύριος Μπράντλεϊ, όπως τον είχε καθησυχάσει. «Μια ζωή αναχωρούμε...» μουρμούρισε, καθώς προσπαθού σε να δέσει σφιχτά τους σπάγκους. Στο σύθαμπο της μέρας που χάραζε άρχισαν να τον γυροφέρνουν αφηγήσεις του πατέρα του για τα όσα είχαν συμβεί στην οικογένειά τους, ανέτρεχε άτακτα, τυχαία, σε όσα είχε ζήσει και θυμόταν από τα μικράτα του ο ίδιος. Οι διωγμοί και οι κατατρεγμοί, οι ηθελημένες μετοικήσεις, που δεν ήταν πάντα τόσο ηθελημένες, αν υπολόγιζε κανείς γεγονότα, περιστάσεις και την πίεση που είχαν αυτά ασκήσει· οι ελεύθερες τέλος επιλογές που υπαγορεύονταν από προσω πικές επιθυμίες, όπως η απόφαση μετά το πτυχίο του στην Αθήνα να επιδιώξει το διδακτορικό του στην Αγγλία. «Μια ζωή αναχωρούμε...» επανέλαβε με σφιγμένα δόντια, «άραγε μέχρι πότε;» Όμως μέχρι να εγκαταλείψει το δωμάτιο, δίχως να το πολυκαταλάβει, είχε φτιάξει πάλι η διάθεσή του. * * *
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=