Οι αλήθειες των άλλων
22 ΝΊΚΟΣ ΘΈΜΕΛΗΣ και τα φαρμακεία που συγκέντρωναν αντροπαρέες, τις κο ρόνες και τα χωρατά τους. Ούτε φωνές που προσπαθούσαν να περιμαζέψουν το καμάρι ή το βάσανό τους ούτε χάχανα που ξέφευγαν από τη διπλανή μεσαυλή ή ίσως, αθέλητα κάποιες βραδιές, από ένα ανοιχτό παράθυρο τα καλοκαίρια. Μήτε καν το απεγνωσμένο βέλασμα κάποιου ξεστρατισμέ νου βλασταριού μιας προβατίνας ή το παράπονο ενός απο ξεχασμένου γαϊδουράκου. Πανηγύρια, τραγούδια και βεγγέ ρες –συνήθειες άλλων εποχών– βουβά φαντάσματα πια, να περιφέρονται στους αυλόγυρους των εκκλησιών· στις σάλες των έρημων σπιτιών να στοιχειώνουνε τελώνια. Και οι μου σικές απ’ τον ζουρνά του Γεροδήμου και το βιολί του Ασημά κη; Τι να ’χαν άραγε απογίνει οι δυο τους; Ένας γκιώνης στις ήσυχες βραδιές ή ο άνεμος όταν μάνιαζε στις πευκοβελόνες, μια μακρινή υπόκωφη βροντή ή ένα μπουρίνι με ένα ξαφ νικό μπουμπουνητό και το μονότονο μουρμουρητό της βρο χής που ακολουθούσε ήταν οι μοναδικές φωνές της σιωπής τη νύχτα πάνω από την πόλη. Ίσως όχι οι μοναδικές. Αραιά και πού έσκαγε από τους στρατώνες στα Ταμπακαριά μια αδέσποτη τουφεκιά, άλλους να εμψυχώνει και άλλους να φοβίζει. Στις ηλιόλουστες ημέρες κοκκίνιζαν με το λιόγερμα οι κεραμοσκεπές, τα καμπαναριά, τα σαχνισιά, κι έτσι λούζο νταν και ρόδιζαν στο τέλος όλα τα κτίσματα στην πάνω και στην κάτω γειτονιά, στριμωγμένα το ένα δίπλα στο άλλο· ιδιαίτερα εκείνα που έφτιαχναν το μέτωπο της πόλης στον γιαλό και κοίταζαν καμαρωτά κατά τη δύση. Μαζί με αυτά
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=