ι αγωνιστές του 1821 (Οι μεγάλοι... μικροί)

Όταν φτάνει σπίτι τους, έχει αρχίσει να σουρουπώνει. Τ’ αδέρφια του κάνουν μεγάλες χαρές. Ημάνα λάμπει ολόκληρη. «Την ευχή μου να ’χεις, γιε μου. Την ευχή μου». Ο Θοδωρής όμως δεν αντέχει άλλο. Βγάζει το παρά- πονο που τον τρώει εδώ και ώρα. «Μάνα, ό,τι θες από μένα. Αλλά στην Τριπολιτσά δεν ξαναπάω. Στην Τριπολιτσά κάποτε θα πάω… αλλιώς». Δε δίνει άλλες εξηγήσεις. Μόνο που τα μάτια του αστράφτουν σπίθες. Έξω από το παράθυρο, το αετόπουλο συνεχίζει να κά- νει κύκλους ψηλά στον ουρανό. Βλέποντάς το η Ζαμπία θυμάται… Κάποτε, τότε που ήταν μωρό ακόμη ο Θοδω- ρής της, ένας αητός πήγε κι έκατσε πάνω από τη νάκα του που την είχαν κρεμασμένη σ’ ένα δέντρο. Και ο αητός κοιτούσε με τα μεγάλα του μάτια το μωρό κουνώντας το κεφάλι του. «Ε, Ζαμπία. Να μου το θυμηθείς. Αυτό το μωρό σαν μεγαλώσει θα γίνει μεγάλος και τρανός. Θα μας βοηθή- σει να ελευθερωθούμε» της φώναξε τότε κάποιος που είδε τι συνέβαινε. Και η Ζαμπία χαμογέλασε κι ευχήθη- κε ολόψυχα μέσα της τα λόγια αυτά να βγουν κάποτε αληθινά. Μακάρι. Μακάρι να βγει αληθινή εκείνη η προφητεία… Τώρα έξω απ’ το παράθυρο το αετόπουλο πετάει μα- κριά. Σε λίγο χάνεται στον ορίζοντα. 26

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=