ι αγωνιστές του 1821 (Οι μεγάλοι... μικροί)

όλα, ακόμα και τα πιο μικρά και αυτονόητα πράγματα, είναι πιο δύσκολα. Νισάφι όμως. Λίγο ψωμί αξίζουν να το έχουν. Θα φροντίσει εκείνος. Και με τη σκέψη του φρεσκοψημένου ψωμιού προ- χωράει όλο και πιο ανάλαφρα, κι όλο και πιο γρήγορα κατεβαίνει την πλαγιά. Από πάνω ένα αετόπουλο κάνει κύκλους. Το χαζεύει ο Θοδωρής, το ζηλεύει έτσι ελεύ- θερο που πετάει, το θαυμάζει πόσο αγέρωχο και άφοβο μοιάζει – τι κι αν είναι νιούτσικο! Ο καιρός έχει πράγματι αρχίσει ν’ ανοίγει. Όπου να ’ναι θα βγει κι ο ήλιος πίσω από τα σύννεφα. Μπροστά φαίνεται η Τριπολιτσά. Ο Θοδωρής χαμογελάει. Μεσημέρι πια μπαίνει με τον γάιδαρό του στην πόλη. Κοιτάει αχόρταγα γύρω του· τόσο καιρό έχει να δει κό- σμο. Κι εκεί μέσα στην πολυκοσμία, έχει για λίγο την ψευδαίσθηση πως όλα είναι αλλιώς. Στρίβει σ’ ένα σο- κάκι. Είναι γεμάτο ανθρώπους. Τούρκοι οι περισσότε- ροι. Τους καταλαβαίνεις όχι μόνο από τις φορεσιές τους, αλλά και από το βλέμμα του αφέντη που φορούν στα πρόσωπά τους. Κατεβάζει το βλέμμα του ο Θοδωρής. Δεν αντέχει να τους κοιτάζει. Γι’ αυτό και δε βλέπει αυ- τό που ακολουθεί. Μόνο που, να… εντελώς ξαφνικά νιώ- θει το κάψιμο του πόνου από ένα χαστούκι που αστρά- φτει στο μάγουλό του! Τραντάζεται ολόκληρος. «Α να χαθείς, παλιοραγιά». Μόνο τότε σηκώνει το βλέμμα ο Θοδωρής για να κοι- 20

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=