Οι αδερφές Μπλου

COCO MELLORS 18 του τέλους της βραδιάς ήταν κάτι στο οποίο πάντοτε συμφωνούσε ευχαρίστως. Το εγκαταλειμμένο κτίριο είχε καλύτερη φύλαξη απ’ ό,τι περίμεναν, γεμάτο κάμερες ασφαλείας και τριγυρισμένο από έναν εκφοβιστικό σιδερένιο φράχτη με αιχμηρές απολήξεις, επομένως συμβιβάστηκαν με το διπλανό καπνοπωλείο, ψεκάζοντας τη σιδεριά του, οι καλλιτέχνες επιλέγοντας ελευθεριακά σλόγκαν που είχαν γίνει δημοφιλή από τις παρισινές εξεγέρσεις του 1968 –«Απαγορεύονται οι απαγορεύσεις»– και η Λάκι κάτι πιο κλασικό, μία αναπαράσταση πέους και όρχεων. Είδαν την ανατολή από τα σκαλιά του Παλέ ντε Τοκιό πίνοντας τα μπουκάλια της ροζ Veuve Clicquot που είχαν σουφρώσει από το πάρτι κι ύστερα πήγαν στο σπίτι της Λάκι να καπνίσουν έναν μπάφο. Έπειτα από την προβλέψιμη απόπειρα των δύο αντρών να ξεκινήσουν ένα τρίο, η Λάκι τούς πρότεινε να παραβλέψουν τη μεσάζουσα και απλώς να το κάνουν μεταξύ τους κι αμέσως μετά ξεράθηκε πάνω στα σκεπάσματα του κρεβατιού της φορώντας όλα της τα ρούχα. Ξύπνησε κάμποσες ώρες αργότερα στο άδειο και ευτυχώς άθικτο διαμέρισμά της από μια πρόσχαρη υπενθύμιση της ατζέντισσάς της να λούσει τα μαλλιά της προτού πάει στη σημερινή πρόβα. Ήταν επίσης η επέτειος του ενός χρόνου από τον θάνατο της Νίκι. Καθώς ο συρμός του μετρό προχωρούσε, η Λάκι τσέκαρε το κινητό της και βρήκε μια αναπάντητη κλήση, ένα φωνητικό μήνυμα από την Έιβερι, με το οποίο η μεγάλη

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=