Οδηγός φόνων

13 Ο Δ Η Γ Ο Σ Φ Ο Ν Ω Ν Εκείνο το βράδυ, όπως κάθε βράδυ τους τελευταίους μήνες, παραδέχτηκε –αντιμέτωπος με τον Αλκιβιάδη του καθρέφτη, απέναντι σε ένα ζευγάρι κουρασμένα μυω- πικά μάτια και στην ασημένια αφάνα των μαλλιών του, έτσι σκυμμένος και μονότονα σκυθρωπός, έπειτα από ατέλειωτα άγρυπνες νύχτες– ότι αυτό δεν μπορούσε να συνεχιστεί και υποσχέθηκε στο είδωλό του, για διακο- σιοστή εβδομηκοστή φορά τους τελευταίους εννιά μήνες, πως θα επέστρεφε στην ημέρα ημέρα και στη νύχτα νύχτα. Κι έτσι, με τον ανεμιστήρα στο ταβάνι για ορίζοντα, θα περάσει κι αυτή η νύχτα. Εξαντλημένος έχει ξαπλώσει, εξορκίζοντας τον εφιάλτη που ήξερε ότι θα τον αγκάλιαζε στιγμές αφότου τον έπαιρνε ο ύπνος. Απόπειρα χαμένη από χέρι. Αφού τα φαντάσματα ξεκινούσαν τον μακάβριο χορό τους, ξέ- φρενα, ανελέητα, περιγελαστικά, με το που έκλεινε τα μάτια και μέχρι να τιναχτεί καθιστός ή, γυρίζοντας σαν σβούρα, να κυλήσει στο πάτωμα, αποσκευή άβολη όσο και άδεια. Άσχημα «πεσμένος». Έψαχνε για υποκατάστατους όρους, για νεολογισμούς, για κόλπα, να ξεγελάσει τη βύθιση. Το πληκτρολόγιό του άνοιγε το λήμμα «κατά- θλιψη» περίπου αυτόματα. « Εξασκείσθε »: Αυτό εντάξει. Περπατούσε τα τρία του χιλιόμετρα. Καθημερινά. «Κα-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=