Νυχτερινό Σχολείο 3: Το ράγισμα

[ 10 ] Η κρυψώνα της ήταν πολύ κοντά στο μέρος όπου βρισκόταν όταν σκοτώθηκε η Τζο. Η ανάμνηση εκείνης της νύχτας, πριν από οχτώ εβδομάδες, τη βασάνιζε. Εάν έκλεινε τα μάτια, έβλε­ πε τα πάντα – τη λευκή κουβέρτα του χιονιού, το γαλάζιο σε­ ληνόφως, το λεπτεπίλεπτο κορμί πεταμένο σαν πάνινη κούκλα στον δρόμο… Τη λίμνη του αίματος, που απλωνόταν γύρω της σαν τα πέταλα θανάσιμου άνθους. Άνοιξε τα μάτια της. Απόψε δεν υπήρχε τίποτε άλλο να δει πέρα από έναν αδεια­ νό χωματόδρομο. Πήρε μια τρεμάμενη ανάσα. Θα το κάνω στ’ αλήθεια; Επαναλάμβανε συνεχώς στο μυαλό της αυτή την ερώτηση από τη στιγμή που είχε φτάσει στην πύλη. Ένα κομμάτι μέσα της ήθελε να βάλει τα κλάματα. Ένα άλλο κομμάτι την ωθούσε να τρέξει πίσω στο δωμάτιό της. Μα δεν έκανε τίποτε από τα δύο. Απεναντίας, προσπάθησε ν’ ατσαλώσει τη θέλησή της. Έπρεπε οπωσδήποτε να φύγει αποκεί. Εάν ήθελε απαντήσεις για το τι συνέβαινε στ’ αλήθεια γύρω της, έπρεπε να φύγει από αυτό το σχολείο και να τις αναζητήσει. Ένας παγερός αέρας κούνησε τα δέντρα, λούζοντάς τη με παγωμένες ψιχάλες. Τρέμοντας, τύλιξε το κασκόλ της πιο σφι­ χτά γύρω από τον λαιμό της. Τα κλαριά χτυπιόνταν άγρια μετα­ ξύ τους πάνω απ’ το κεφάλι της, καλύπτοντας τον θόρυβο της μηχανής του αυτοκινήτου που πλησίαζε. Το άκουσε όταν πια φάνηκαν και οι προβολείς του σε κάποια απόσταση. Η Άλι κάθισε κουκουβιστά έξω από τη διαδρομή που φώτι­ ζαν οι προβολείς και περίμενε, ζυγιάζοντας το κορμί της σαν αθλήτρια όπως παλιά, πριν από την επίθεση. Η στάση αυτή έκανε κάθε σπιθαμή του τραυματισμένου της κορμιού να πο­ νάει, και κυρίως το γόνατό της, μα η Άλι αγνόησε τον πόνο.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=