Νυχτερινό Σχολείο 2: Κληρονομιά

[ 24 ] θέση της, παρακολουθώντας τα αυτοκίνητα που προσπερνού­ σε ο πατέρας της φίλης της. Τώρα που ένιωθε ασφαλής μες στη ζεστασιά του αυτοκινήτου, η αδρεναλίνη στράγγιξε από το κορμί της. Τα βλέφαρά της βάρυναν. «Κι οι γονείς μου;» ρώ­ τησε με φωνή κάπως πιο βαθιά από την ανησυχία. «Η Ιζαμπέλ θα τους τηλεφωνήσει και θα τους εξηγήσει» απάντησε εκείνος. «Θα ξέρουν ότι είσαι σε καλά χέρια». Η Άλι ακούμπησε το κεφάλι της στην πλάτη του καθίσμα­ τος. «Ωραία» μουρμούρισε. «Δε θέλω να φοβούνται για μένα». Και σε λίγα λεπτά, κοιμόταν βαθιά. Ένα δροσερό αεράκι την ξύπνησε κάμποση ώρα αργότερα. Η Άλι ανακάθισε ξαφνιασμένη. Το αυτοκίνητο δεν κινούνταν. Η πόρτα του οδηγού ήταν ανοιχτή κι εκείνη ήταν μόνη. Η νύχτα φάνταζε αφύσικα γαλήνια, ύστερα από τη βαβούρα του Λονδίνου. Ούτε κίνηση, ούτε θόρυβοι. Ούτε σειρήνες περι­ πολικών ή ασθενοφόρων. Ακούγονταν μόνο χαμηλές φωνές κά­ που εκεί κοντά – ένας άντρας και μια γυναίκα συζητούσαν χα­ μηλόφωνα. Η Άλι ίσιωσε την πλάτη κι έστρωσε με τα χέρια της τα ανα­ κατεμένα της μαλλιά. «Είσαι σίγουρος ότι δε σας ακολούθησε κανείς;» ρώτησε η γυναίκα. «Απολύτως» απάντησε ο μπαμπάς της Ρέιτσελ. «Την καημενούλα! Θα πρέπει να είναι εξαντλημένη» είπε η γυναίκα. «Δεν ξύπνησα τη Ρέιτσελ · καλύτερα να της το πούμε το πρωί». Η Άλι άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και η συζήτηση στα­ μάτησε.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=