Ντουλμπέρα

7 Ν Τ Ο Υ Λ ΜΠ Ε Ρ Α επιφωνήματα έκπληξης και χαράς έβγαιναν απ’ όλους. Οι δυο φίλοι είχαν κρατήσει μυστική την αγορά του εξοχικού απ’ τις οικογένειές τους. Πέρασαν εκεί όλο το καλοκαίρι και τέλος Αυγούστου επέστρεψαν στη Βιέννη. Για πρώτη φορά η Μαριγούλα κά­ θισε με άλλους εκτός της οικογένειάς της στο τραπέζι. Για πρώτη φορά μετά τον γάμο της απέκτησε μια φίλη, την Ελέ­ νη Παπαγιαννούλη. «Στέργιο, η γυναίκα σου είναι ένας άγγελος επί της γης. Αυτό έχουμε να πούμε με τη γυναίκα μου. Μορφωμένη, γλυ­ κιά, σεμνή, έξυπνη, καλόκαρδη, εξαίρετη μητέρα και πολύ όμορφη! Όλα τα έχει». «Το ξέρω, Ευάγγελε. Το ξέρω». «Μα πώς άφησες τόσα χρόνια να σου φύγουν έτσι; Έπρε­ πε να επιμένεις να τη φέρεις κοντά σου. Σιγά σιγά, με τον καιρό. Μια τέτοια γυναίκα δεν την παραμελείς, Στέργιο. Κάνεις τα αδύνατα δυνατά για να την κερδίσεις». Ίσως είχε δίκιο ο φίλος του. Ποτέ δεν προσπάθησε να κερ­ δίσει τηΜαριγούλα.Μα και η στάση της απέναντί του δεν του άφηνε περιθώρια για να προσπαθήσει. Ψυχρή και απόμακρη, σχεδόν δεν του μιλούσε. Ήταν αργά πια, σκεφτόταν. Με την επιστροφή τους στη Βιέννη η οικογένεια μπήκε στους καθημερινούς της ρυθμούς. Όλα κυλούσαν σχεδόν ομαλά, μέχρι που η Αορίκα πείσμωσε και ήθελε να πάει με τον πα­ τέρα στην Οδησσό. Ανένδοτος ο Στέργιος, πεισματάρα η Αορίκα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=