Νεοελληνική Γλώσσα (Α' Γυμνασίου - Νέα συμπληρωμένη έκδοση σύμφωνα με τις Οδηγίες διδασκαλίας)

N E O E Λ Λ Η Ν Ι Κ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α A΄ Γυμνασίου 2 8 ENOTHTA Οι πρώτες μέρες σ’ ένα νέο σχολείο 1 η Δ. Λεξιλόγιο Θεματικό λεξιλόγιο: «Επικοινωνία» λέξη/λέξεις της ίδιας σημασία παραδείγματα ετυμολογικής οικογένειας επικοινωνώ επικοινωνιολόγος, επικοινωνιολογία, επικοινωνιακός, κοινωνία, κοινωνός, κοινός, ανακοινώνω, αντικοινωνικός γλώσσα γλωσσάριο, γλωσσικός, γλωσσοδέτης, γλωσσομάθεια, γλωσσολογία, γλωσσοπλάστης, γλωσσοφαγιά, αλλόγλωσσος, δίγλωσσος, ξενόγλωσσος, πολύγλωσσος, υπογλώσσιος, φαρμακόγλωσσος 1. αναπτύσσω σχέσεις 2. έρχομαι σε προσωπική ή άλλου είδους επαφή με άλλον, ανταλλάσσω μηνύματα 3. συγκοινωνώ (για χώρους, δοχεία κτλ.) 1. μυώδες όργανο μέσα στο στόμα που βοηθά στην ομιλία, στη γεύση, στη μάσηση και κατάποση των τροφών 2. ό,τι μοιάζει με το σχήμα της γλώσσας 3. το σύνολο των λέξεων και φράσεων που χρησιμοποιεί ένας λαός ή ομάδα ανθρώπων για να συνεννοείται γραπτά ή προφορικά 4. λόγος, ομιλία 5. ύφος, εκφραστικός τρόπος 6. κάθε μέσο για έκφραση ή συνεννόηση 7. αυθάδεια, αθυροστομία, φλυαρία • Δεν μπορώ να επικοινωνήσω με τους γείτονές μου. • Επικοινώνησα μαζί του και τακτοποιήσαμε την υπόθεση που είχαμε σε εκκρεμότητα. • Τα δύο καταστήματα επικοινωνούν μεταξύ τους στο πίσω μέρος. • Διψούσα τόσο πολύ, που στέγνωσε κι η γλώσσα μου. • Η γλώσσα του παπου- τσιού, η πύρινη γλώσσα. • Η αγγλική γλώσσα, η αρχαία ελληνική γλώσ- σα, η μητρική γλώσσα • Μπερδεύεται η γλώσσα του. • Η γλώσσα του κειμένου έχει πολλά στοιχεία του κρητικού ιδιώματος. • Η γλώσσα του σώματος, η γλώσσα της μουσικής. • Βγάζω γλώσσα. Μάλ- λιασε η γλώσσα μου. Έχω μακριά γλώσσα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=