Σκουριά και χρυσάφι: Νεγρεπόντε

Πειραιάς, Δεκέμβρης 1899 Τούτη είναι η νύχτα που θα καταγράψω τη ζωή μας. Όχι με μελάνι και πένα, όχι. Στο αίμα της καρδιάς, που πονάει να σπάσει, θα βουτήξω τη θύμηση, χρόνια το αποφεύγω άμα τώρα πρέπει να γίνει, άγνωστο αν αύριο θα υπάρχω. Κανείς άλλος δεν ξέρει τις λεπτομέρειες, σ’ εμένα πέφτει ο κλήρος, σ’ εμένα που σαν θεός μοίρασα τη χαρά και τη δυστυχία. Σε λίγες μέρες μπαίνουμε σε έναν άλλον αιώνα. Είμαι γεμάτος εμπειρίες. Οι αναμνήσεις ξεχειλίζουν. Αν πρέπει με δυο λέξεις να περιγράψω πώς νιώθω θα πω ότι είμαι ικανοποιημένος. Και μετανιωμένος. Για πολλά. Δεν ξέρω αν υπήρξα καλός άνθρωπος. Μόνο πως ήμουν αποφασισμένος για όλα, αρκεί να έκανα το όνειρό μου πραγματικότητα. Και αυτή η πραγματοποίηση δεν έρχεται όπως την ονειρεύεσαι. Χρειάζεται θυσίες. Και εγώ θυσίασα πολλά στον βωμό της θεάς Τύχης. Και εκείνη μου το ανταπέδωσε. Δίκαια πράγματα. Μου δίνεις, σου δίνω.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=