Σκουριά και χρυσάφι: Νεγρεπόντε
36 Μ Α Ι Ρ Η Κ Ο Ν Τ Ζ Ο Γ Λ Ο Υ εχθρός, η ανατίναξη. Σε τούτα δίναμε προσοχή. Ήταν και που δεν ξέραμε πως και ο δικός μας πατέρας… Η μάνα επέμενε, έλεγε πως ποτέ δεν είχε συγχωρέσει τον εαυτό του που είχε επιζήσει, ενώ όλοι οι αγαπημένοι του είχαν χαθεί. Πως πάντα ένα ασήκωτο «κατηγορώ» κυκλοφορούσε στο αίμα του, πως το βάρος ποτέ δεν είχε φύγει από την καρδιά του. Μας τα είπε για να τα μάθουμε και να καταλάβουμε πως, αν καμιά φορά μάς είχε κάνει να θυμώσουμε, αν μας είχε πικράνει, να τον συγχωρούσα- με. Και πολλά είχε καταφέρει για τόσο πληγωμένος που ήταν… Από την έκπληξη και τη διαπίστωση πως και ο πιο δικός σου, ο πιο αγαπημένος σου μπορεί να κρύβει ένα μεγάλο μυστικό, είχαμε φτάσει στην κατανόηση. Για όλα, λοιπόν, υπάρχει μια εξήγηση. Άμα δεν γίναμε καλύτεροι άνθρωποι, όχι εγώ πάντως, πάλι το ρεύμα της ζωής με παρέσυρε. Γιατί έπρεπε να πετύχω. Αυτός ήταν ο σκοπός μου. Ο παράδεισος και η κόλαση μαζί. Και προς τιμήν του ήρωα πατέρα μας, όταν οι δουλειές μου πήγαν καλά, όταν το Ποτό μ’ ανέβασε ψηλά, εκεί που ήθελα πάντα δηλαδή, μόνο Ψαριανούς έπαιρνα στη δουλειά. Εις μνήμην Του. Φέρνω το ποτήρι στο ύψος των ματιών και εξετάζω το Ποτό. Το φως δεν επαρκεί για να αναδειχθεί το χρώμα. Ξέρω όμως πως είναι ωραίο. Το ωραιότερο χρώμα του κόσμου. Χρυσάφι ατόφιο που, κατά λάθος –αλλά μπορεί και εσκεμμένα–, μέσα του έπεσε λίγη σκουριά. Το κόκκινο της σκουριάς τού έδωσε τη γλύκα, την πλάνη της αμαρτίας. Και έτσι, καθώς τίποτα δεν υπάρχει ατόφιο, ούτε χρώμα ούτε χαρά, μα ούτε και λύπη, όλοι σταλάξαμε λίγη σκουριά στη ζωή μας. Γι’ αυτό λέγω πως… σκουριά και χρυσάφι είναι όλα.
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=