Σκουριά και χρυσάφι: Νεγρεπόντε

14 Μ Α Ι Ρ Η Κ Ο Ν Τ Ζ Ο Γ Λ Ο Υ Γιατί συνέβη και στα Ψαρά. Είχε τρέξει και ο Αγγελής μαζί με τους άλλους, δεν τον ένοιαζε που οι γυμνές του πατούσες γδέρνονταν στις πέτρες της ρούγας, μαθημένος ήταν, λίγες φορές είχε βάλει παπούτσια στα ποδάρια, ξυπόλυτος πάντα, είτε καλαφάτιζε τις βάρκες και τις γαλιότες * είτε ξεχέρσωνε, έσκαβε, κορφολογούσε το αγαπημένο του αμπελάκι. Και όσο κατηφόριζε χαμογελούσε γιατί ονειρευόταν να ’ναι λεύ- τερος και να ξαπλώνει τεμπέλικα κάτω από τις κληματαριές που λιάζονταν στους πρόποδες ενός από τους λόφους του νησιού. Λόφοι μικροί και μεγαλύτεροι που περιστοίχιζαν και προστάτευαν το πε- δινό τμήμα στο κέντρο του νησιού, το μοναδικό εύφορο και σχετικά απάνεμο μέρος, αφού αγέρηδες έγδερναν το υπόλοιπο. Όμως ακόμα και εκεί, σαν έπιαναν οι νοτιάδες, τα λιανά δεντρά- κια λύγιζαν, τα φυτά ξεριζώνονταν και τα σταφύλια σέρνονταν πα- ραζαλισμένα στο χώμα. Άγριο μέρος… Άμα και λατρεμένο. Ίσως γι’ αυτό και να ήταν τόσο νόστιμο και φημισμένο το κρασί τους, ίσως γι’ αυτό να έπαιρναν τα μυαλά αέρα τόσο γρήγορα όταν το γλεντούσαν, γέννημα του Αίολου ήταν το κρασί των Ψαρών. Συνέχιζε να κόφτει ** ξυπόλυτος ο Αγγελής και γλύκανε πάλι το μέσα του σαν σκέφτηκε τις δυο, όλες κι όλες, φορές τον χρόνο που στα ποδάρια του έβανε το μοναδικό του ζευγάρι παπούτσια. Η μια ήταν η γιορτή των Ταξιαρχών, η ονομαστική του γιορτή δηλαδή, τότε που δεν χόρταινε να τρώει από το ταψί τον χαλβά που έφτια- χνε η μάνα του και η άλλη ήταν στο πανηγύρι όξω από το μοναστή- ρι της Παναγιάς, ψηλά στο βουνό. Χόρευε ο Αγγελής τον συρτό αντάμα με τη μικρή τους Αυγουστίνα, χόρευαν άκρια τα αδέλφια, στο χείλος του γκρεμού, προκαλώντας θαρρείς το άγριο πέλαγο. Και * Γρήγορο, ελαφρύ και ευέλικτο πλοίο, εξέλιξη της γαλέρας. ** Τρέχει, στο τοπικό ιδίωμα.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=