Να με φωνάζεις με τ' όνομά σου
Ν Α Μ Ε Φ Ω Ν Α Ζ Ε Ι Σ Μ Ε Τ ’ Ο Ν Ο Μ Α Σ Ο Υ 13 νει να κατεβούμε στα βράχια για κολύμπι. Συγγενείς, ξα- δέλφια, γείτονες, φίλοι, φίλοι φίλων, συνάδελφοι, ή οποιοσ- δήποτε έμπαινε στον κόπο να χτυπήσει την πόρτα μας για να ρωτήσει αν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το γήπεδο του τένις – όλοι ήταν ευπρόσδεκτοι να αράξουν, και να κολυ- μπήσουν, να φάνε και, αν έμεναν αρκετή ώρα, να κοιμηθούν στον ξενώνα. Ή ίσως να είχε ξεκινήσει στην παραλία. Ή στο γήπεδο του τένις. Ή στη διάρκεια της πρώτης μας βόλτας την πρώτη του μέρα, όταν μου ζητήθηκε να του δείξω το σπίτι και τον περι- βάλλοντα χώρο και, καθώς το ένα έφερε το άλλο, κατάφερα να τον οδηγήσω πέρα από την παλιά σκαλιστή σιδερένια πύλη, μέχρι την ατέλειωτη, άδεια αλάνα του πίσω μέρους, η οποία έβλεπε στην εγκαταλειμμένη σιδηροδρομική γραμμή που κά- ποτε συνέδεε την Μπ. με το Ν. «Άραγε υπάρχει κάποιος έρη- μος σταθμός εδώ γύρω;» ρώτησε, κοιτάζοντας μέσα απ’ τα δέντρα κάτω απ’ τον ζεματιστό ήλιο, πιθανότατα θέλοντας να δείξει στον γιο του ιδιοκτήτη ότι είχε ένα στοιχειώδες ενδια- φέρον. «Όχι, δεν υπήρχε σταθμός. Το τρένο σταματούσε απλά όταν έκανες νόημα». Είχε περιέργεια για το τρένο· οι ράγες έδειχναν στενές. Ήταν ένα τρένο δύο βαγονιών που έφερε τον βασιλικό θυρεό, του εξήγησα. Τώρα εκεί μέσα ζούσαν τσιγγάνοι. Είχαν εγκατασταθεί από την εποχή που η μητέρα μου παραθέριζε εδώ ως κορίτσι. Οι τσιγγάνοι είχαν σύρει τα δύο εκτροχιασμένα βαγόνια ακόμα πιο πέρα από τις γραμμές. Μήπως ήθελε να τα δει; «Αργότερα. Ίσως». Ευγενική αδια- φορία, λες και είχε εντοπίσει τον άστοχο ζήλο μου να κάνω
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=