Να με φωνάζεις με τ' όνομά σου

Ν Α Μ Ε Φ Ω Ν Α Ζ Ε Ι Σ Μ Ε Τ ’ Ο Ν Ο Μ Α Σ Ο Υ 11 μίζοντας σε ένα πολύ μικρότερο στο βάθος του διαδρόμου, που κάποτε ανήκε στον παππού μου. Τους χειμωνιάτικους μήνες, όταν βρισκόμασταν στην πόλη, μετατρεπόταν σε απο- θήκη εργαλείων, ενώ οι φήμες ήθελαν τον παππού μου, και συνονόματό μου, να τρίζει ακόμη τα δόντια του μέσα στον αιώνιο ύπνο του. Οι θερινοί ένοικοι δεν χρειαζόταν να πλη- ρώνουν τίποτα, είχαν πλήρη πρόσβαση στο σπίτι, και βασικά μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν, με την προϋπόθεση να βοηθούν για μία ώρα την ημέρα τον πατέρα μου στην τακτο- ποίηση της αλληλογραφίας του και του λοιπού του χαρτοβα- σιλείου. Όλοι αυτοί οι θερινοί ένοικοι γίνονταν μέρος της οικογένειας, κι έπειτα από μια δεκαπενταετία που το κάναμε αυτό, είχαμε συνηθίσει στον καταιγισμό των καρτ ποστάλ και των δώρων, όχι μονάχα την περίοδο των Χριστουγέννων αλ- λά και στη διάρκεια όλου του χρόνου. Άνθρωποι που ήταν απόλυτα αφοσιωμένοι στην οικογένειά μας και ήταν διατε- θειμένοι να τροποποιήσουν το δρομολόγιό τους, όταν βρί- σκονταν στην Ευρώπη, για να πεταχτούν ως την Μπ. για μια δυο μέρες, μαζί με την οικογένειά τους, κάνοντας μια νο- σταλγική περιήγηση στα παλιά τους στέκια. Στα γεύματα υπήρχαν συχνά δύο ή τρεις επιπλέον καλε- σμένοι, άλλοτε γείτονες ή συγγενείς, άλλοτε συνεργάτες, δικηγόροι, γιατροί, οι πλούσιοι και διάσημοι, οι οποίοι θα περνούσαν να δουν τον πατέρα μου, καθ’ οδόν για τα εξοχικά τους. Μερικές φορές ανοίγαμε την τραπεζαρία μας ακόμα και σε κάποιο περιστασιακό ζευγάρι τουριστών, το οποίο είχε ακούσει για την παλιά βίλα και ήθελε απλώς να περάσει να ρίξει μια ματιά, και που κολακεύονταν τρομερά όταν τους ζητούσαμε να μείνουν για φαγητό και να μας μιλήσουν για

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=