Μ' αγαπάει δεν μ' αγαπάει

M ’ Α Γ Α Π Α Ε Ι Δ Ε Ν Μ ’ Α Γ Α Π Α Ε Ι 28 «Πρέπει να έρχονται όταν θέλουν κάτι σαν κι αυτά εδώ» είπε η Τζοάνα κοιτάζοντας τα βραδινά φορέµατα. «Πού αλλού να πάνε;» «Κι όµως, δεν έρχονται. Πάνε στη µεγάλη πόλη – εκεί πάνε. Θα πάρουν το αυτοκίνητο και θα κάνουν εκατό, εκα­ τόν πενήντα χιλιόµετρα, χώρια τη βενζίνη, και θα πουν από µέσα τους πως έτσι βρίσκουν κάτι καλύτερο από αυτά που έχω εδώ. Όµως δεν βρίσκουν. Oύτε καλύτερη ποιότη­ τα ούτε καλύτερη ποικιλία. Τίποτα. Μόνο που θα ντρεπό­ ντουσαν να πουν πως αγόρασαν τα νυφιάτικά τους στη µικρή µας πόλη. Ή θα µπουν, θα δοκιµάσουν κάτι και θα πουν ότι πρέπει να το σκεφτούν. Θα γυρίσω, λένε. Κι εγώ σκέφτοµαι, α, ναι, ξέρω τι θα πει αυτό. Θα πει πως θα προσπαθήσουν να βρουν το ίδιο πράγµα στο Λόντον ή στο Κίτσενερ, κι ακόµα κι αν δεν είναι φτηνότερο, θα το αγο­ ράσουν εκεί µιας και οδήγησαν τόσο δρόµο και βαρέθηκαν να ψάχνουν. «Δεν ξέρω» συνέχισε. «Μπορεί αν ήµουν ντό­ πια να ήταν αλλιώς. Είναι πολύ κλειστό εδώ το περιβάλλον, έτσι βρίσκω. Δεν είστε ντόπια, έτσι δεν είναι;» «Όχι» είπε η Τζοάνα. «Δεν βρίσκετε κλειστό το περιβάλλον;» Ερµητικά κλειστό. «Δύσκολα αφοµοιώνεται ένας ξένος, αυτό θέλω να πω». «Έχω συνηθίσει να είµαι µόνη µου» είπε η Τζοάνα. «Nαι, αλλά βρήκατε κάποιον. Δεν θα είστε πια µόνη σας, δεν είναι υπέροχο αυτό; Κάποιες µέρες λέω πόσο σπουδαία θα ήταν να παντρευόµουν και να έµενα στο σπί­ τι. Βέβαια, υπήρξα παντρεµένη και δούλευα και τότε. Α,

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=