Μ' αγαπάει δεν μ' αγαπάει
Μ ’ Α Γ Α Π Α Ε Ι Δ Ε Ν Μ ’ Α Γ Α Π Α Ε Ι 21 Τοσαδά κορσάζ, ντεκολτέ µε φεστόνια, πλούσιες φούστες. Oύτε στα νιάτα της δεν θα σκεφτόταν ποτέ τόση υπερβολή – όχι µόνο γιατί της φαινόταν σπατάλη, αλλά και γιατί δεν έτρεφε ποτέ µεγάλες προσδοκίες · την παράλογη ελπίδα της µεταµόρφωσης, της ευτυχίας. Πέρασαν δυο τρία λεπτά ώσπου να φανεί κάποιος. Μπο ρεί να είχαν καµιά τρύπα στον τοίχο και να την κρυφοκοί ταζαν, µε τη σκέψη πως δεν ήταν το δικό τους είδος πελά τισσας και µε την ελπίδα πως θα έφευγε. Ε, λοιπόν, δεν θα έφευγε. Αποµακρύνθηκε από τον αντικατοπτρισµό του καθρέφτη – έφυγε από το πλαστικό πάτωµα πλάι στην πόρτα και κατευθύνθηκε προς ένα λου σάτο χαλί · επιτέλους η κουρτίνα στο πίσω µέρος του κατα στήµατος άνοιξε κι εµφανίστηκε η ίδια η Μιλέδη, ντυµένη µ’ ένα µαύρο ταγέρ µε γυαλιστερά κουµπιά. Ψηλά τακού νια, λεπτοί αστράγαλοι, ζώνη τόσο στενή που οι νάιλον κλωστές της έτριζαν, χρυσά µαλλιά τραβηγµένα προς τα πίσω στο µακιγιαρισµένο της πρόσωπο. «Σκέφτηκα να δοκιµάσω αυτό το ταγέρ στη βιτρίνα» είπε η Τζοάνα µε φωνή που την είχε προβάρει κάµποσες φορές. «Το πράσινο». «Α, είναι υπέροχο ταγέρ» είπε η γυναίκα. «Αυτό στη βιτρίνα συµβαίνει να είναι νούµερο δέκα. Εσείς, τώρα, να φοράτε ποιο – το δεκατέσσερα, ίσως;» Oδήγησε την Τζοάνα πίσω, στο σηµείο του καταστήµα τος όπου κρέµονταν τα κανονικά ρούχα, τα ταγέρ και τα καθηµερινά φορέµατα. «Είστε τυχερή. Oρίστε και το δεκατέσσερα».
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=