μ.Χ.

μ.X. [ 15 ] Την επομένη το πρωί, που έπρεπε οπωσδήποτε να κα- τέβω στο κέντρο για να πάρω το Λεξικό της προσωκρα- τικής φιλοσοφίας της Ακαδημίας Αθηνών, πέρασα και από ένα βιβλιοπωλείο στην Οδό Ζωοδόχου Πηγής ειδι- κευμένο στη θρησκευτική φιλολογία. Διάβηκα το κατώ- φλι του με δυσφορία, σαν παιδί που το υποχρεώνουν να μπει στην εκκλησία. Πολλά εξώφυλλα ήταν διακοσμη- μένα με βυζαντινές εικόνες, κυρίως του Χριστού και της Παναγίας. Δεν θα μου έκανε μεγάλη εντύπωση αν έβρι- σκα δίπλα στην είσοδο ένα μανουάλι με αναμμένα κεριά. Η πωλήτρια, μια γυναίκα σαράντα περίπου χρονών με γκρίζα μαλλιά, μου φάνηκε σαν καλόγρια, ίσως επειδή ήταν ντυμένη στα μαύρα. Άλλαξα όμως γνώμη γι’ αυτήν μόλις εγκατέλειψε τη θέση της πίσω από το ταμείο. Φο- ρούσε κομψές γόβες με ψηλό τακούνι. Οι γάμπες της δεν ήταν καθόλου άσχημες. «Είναι η ερωμένη του Μητρο- πολίτη Κορίνθου», σκέφτηκα. Μου πρότεινε πολλά βιβλία, αρχίζοντας από τρία λευ- κώματα με ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Άνοιξε ένα από αυτά για να μου επιτρέψει να εκτιμήσω την ποιότητα της εκτύπωσης. Είδα ένα πλήθος νεκροκεφαλών ταξινομη- μένων πάνω σε ράφια. Κάθε κρανίο έφερε το όνομα του κατόχου του, καθώς και την ημερομηνία του θανάτου του. Αλλά δεν με άφησε να χαζέψω πολλή ώρα τη θλιβε- ρή αυτή εικόνα. Γύρισε βιαστικά τη σελίδα, παρουσιάζο-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=