μ.Χ.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ [ 14 ] με θεωρήσετε ανυπόμονη. Απλά, στην ηλικία μου δεν είναι φρόνιμο να αναβάλλει κανείς. Με ασυνήθιστη ζωηρότητα, ίσως φοβούμενη μην αλλά- ξωγνώμη, ανέσυρε μέσααπό την τσέπη τουφορέματός της ένα κολλαριστό χαρτονόμισμα των πεντακοσίων ευρώ και μου το έδωσε. Ξαφνικά μου πέρασε από τον νου η υποψία ότι σχεδίαζε ν’ αφήσει την περιουσία της στους μοναχούς. «Επιθυμεί να γνωρίσει καλύτερα τους κληρονόμους της». Περνώντας από την κουζίνα διαπίστωσα ότι η Σοφία δεν έβλεπε σίριαλ, όπως είχα νομίσει, αλλά το νυχτερινό δελτίο ειδήσεων. Με ενημέρωσε ότι οι Αμερικανοί είχαν βομβαρδίσει και πάλι το Ιράκ. – Μην περιμένεις να κληρονομήσεις τίποτε από τη Ναυσικά, την πείραξα. Θα τ’ αφήσει όλα στο Άγιο Όρος! Θεώρησε περιττό να μου απαντήσει. Της Σοφίας δεν της αρέσουν τα αστεία, δεν τη διασκεδάζουν. Ατενίζει τη ζωή με κατήφεια. Δεν συγκρατεί παρά μόνο ό,τι ενισχύ- ει την κακή της διάθεση. Κατά κάποιον τρόπο, τα κακά νέα την ευχαριστούν περισσότερο από τα καλά. Βγήκα στον κήπο από την πόρτα της κουζίνας. Το δωμάτιό μου βρίσκεται στο βάθος του κτήματος. Είναι στην πραγματικότητα ένα μικρό σπίτι, με δική του κου- ζίνα και δικό του μπάνιο, που φιλοξενούσε παλιά τον κηπουρό. * * *

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=