Μπλε ήλιος

14 ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΜΑΡΙΝΟΣ ντι μπαλκόνι. Είναι ένας ήχος που πάντα με επαναφέρει στην πραγματικότητα,σαν ένα νήμα ζωής από το οποίο είμαι υποχρεωμένη να πιαστώ. Μια αρπάγη ζωής. Κάποιες φορές θέλω να αγκαλιάσω αυτό το σκυλί κι άλλες να του φωνάξω να σωπάσει. Δεν αντέχω άλλο τον πεισματάρικο αντίλαλο του γαβγίσματος στ’ αυτιά μου. Γιατί δεν με αφήνεις ήσυχη να ξεχάσω; Γιατί δεν με ξεχνάει το παρελθόν ποτέ; Σκέφτομαι τις φορές που τον έβλεπα το πρωί να ντύνεται για να πάει στο γραφείο. Να δένει τη γραβάτα του, να κου- μπώνει το παντελόνι, να σφίγγει τα κορδόνια των παπου- τσιών του.Κι ύστερα να πίνει στα πεταχτά μία ακόμα γουλιά καφέ.«Μην πιεις άλλον στη δουλειά,ακούς; Γιατί κάνεις πά- ντα του κεφαλιού σου;» Κι ύστερα, λίγο πριν φύγει, να του φτιάχνω στον διάδρομο τον κόμπο της γραβάτας, πάντα τον έκανε στραβό, να του καθαρίζω τα πέτα του σακακιού του. Αγγίζω το σώμα του δίχως αίσθηση δέρματος στα δάχτυλά μου.Πόσες φορές θα μου συμβεί το ίδιο πράγμα στο μέλλον; Μία,δύο, εκατό,αμέτρητες. Όταν πηγαίνω στο δωμάτιο να στρώσω το κρεβάτι,εκεί,ναι,το πράγμα γίνεται πολύ δύσκολο. Πάντα είναι δύσκολο. Πόσες φορές, την ώρα που κοιμόταν στη δική του πλευρά, στραμμέ- νος προς τον τοίχο, μια στάση που τον βόλευε, πέρασε από το μυαλό μου η σκέψη ότι ποτέ δεν γνώρισε άλλο σημείο του κρε- βατιού…Ποτέ δεν ήρθε στη δική μου πλευρά. Έτσι, για να δει

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=