Μπλε ήλιος

ΜΠΛΕ ΗΛΙΟΣ 13 Σοβαροί, αμίλητοι, δύο κομμάτια που δεν γινόταν να κολ- λήσουν μεταξύ τους · δεν τα κατάφεραν.Καθόμασταν εκεί δί- χως γέφυρες ανάμεσά μας. Δύο καμένες γέφυρες. Πόσες φορές, άραγε, καρφωμένοι στις ίδιες καρέκλες, την ίδια ώρα,κάνοντας τα ίδια πράγματα; Μία,δύο, εκατό,αμέτρητες. Θέλωνα του θυμίσωότι δεν κάνει ναπιει άλλον καφέ· ο γιατρός τού τον έχει απαγορεύσει.Δεν θα με ακούσει,το ξέρω καλά. Δε βαριέσαι.Τι νόημα έχει τώρα; Σπρώχνω με την παλάμη μου τον ήλιο από το τραπέζι.Να φύγει καλύτερα,να πάει σε κάποιο άλλο σπίτι που τον χρειά- ζεται περισσότερο. Εδώ δεν έχει θέση. Καθαρίζω τις σκόνες, μαζεύω τα ψίχουλα, το φλιτζάνι μου.Ο κενός κατευνασμός,που παλαιότερα άφηνε μέσα μου μια ελπίδα πως κάτι θα γίνει, κάπως θα προχωρήσει η μέρα, καθώς θα καταγινόμουν με το ένα ή με τ’ άλλο,τώρα με αφή- νει αδιάφορη,δίχως δυνάμεις. Ποτίζω τα λουλούδια και περιμένω να εμφανιστεί από κάπου και να μου πει ότι το έκανα και χθες και προχθές και, τέλος πάντων, θα σαπίσουν με τόσο νερό που τους ρίχνω. Όμως συνεχίζω να τους ρίχνω νερό κι εκείνος δεν έρχεται. Δεν έχει λογική,το ξέρω,αλλά τίποτα πια δεν έχει λογική. Ακούω μόνο το έντονο γάβγισμα του σκύλου στο απένα-

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=