Μισός κόσμος (Τα χρονικά της τσακισμένης θάλασσας)
J OE A B E R C ROMB I E 14 Προς τιμήν του, ο Μπραντ δεν έπεσε – δεν φώναξε καν από τον πόνο, παρά πισωπάτησε χοροπηδώντας και κάνοντας έναν μορφασμό. Η Θορν στάθηκε στητή, περιμένοντας ν’ ακούσει αν ο Δάσκαλος Χιούναν θα την ανακήρυσσε νικήτρια, όμως εκείνος στεκόταν σιωπηλός σαν τ’ αγάλματα στο Δώμα των Θεών. Κάποιοι δάσκαλοι των όπλων αντιμετώπιζαν τα ξύλινα σπαθιά σαν να ήταν αληθινά κι έληγαν τη μονομαχία όταν το χτύπημα που δεχόταν κάποιος θα ήταν θανάσιμο από μια ατσά λινη λεπίδα. Ο Χιούναν όμως απολάμβανε να βλέπει τους μαθητές του τραυματισμένους και σωριασμένους στο έδαφος, έχοντας πάρει ένα σκληρό και αναγκαίο μάθημα. Οι θεοί μο νάχα ήξεραν πόσα τέτοια μαθήματα είχε υποστεί η Θορν στην κονίστρα του Χιούναν. Δεν την πείραζε καθόλου να δώσει εκεί νη το μάθημα σε κάποιον γι’ αλλαγή. Χαμογέλασε λοιπόν περιπαικτικά στον Μπραντ –ήταν άλ λωστε η δεύτερη πιο συνηθισμένη της έκφραση– και ούρλιαξε: «Άντε, φοβητσιάρη! Τι περιμένεις;» ΟΜπραντ ήταν δυνατός σαν ταύρος και το ’λεγε η καρδιά του, όμως τώρα κούτσαινε, ήταν καταπονημένος και η Θορν είχε φροντίσει να τοποθετηθεί έτσι ώστε η κλίση της ακρογια λιάς να την ευνοεί. Κράτησε το βλέμμα της καρφωμένο πάνω του, απέφυγε ένα χτύπημα, ύστερα ένα δεύτερο κι έπειτα γλί στρησε κάτω από μια αδέξια, κατακόρυφη επίθεση και βρέθη κε δίπλα στα εκτεθειμένα του πλευρά. Το καλύτερο θηκάρι για το σπαθί σου είναι η πλάτη του εχθρού , συνήθιζε να λέει ο πατέ ρας της, όμως σχεδόν εξίσου βόλευαν και τα πλευρά. Το ξύλι νο σπαθί της χτύπησε τα πλευρά του Μπραντ μ’ έναν ήχο σαν ξύλο που σκίζεται · εκείνος κατέληξε να τρεκλίζει αβοήθητος
Made with FlippingBook
RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=