Μισός κόσμος (Τα χρονικά της τσακισμένης θάλασσας)

Μ Ι ΣΟΣ KOΣΜΟΣ 19 Τους κοίταξε στα μάτια προσπαθώντας να εκτιμήσει τι σκόπευαν να κάνουν. ΟΈντβαλ ήταν διστακτικός και κρατού­ σε απόσταση. Ο Σόρνταφ ήταν επιφυλακτικός κι είχε την ασπίδα του σηκωμένη. Ο Ράουκ κρατούσε το σπαθί του χαλα­ ρά, κάνοντας φιγούρα στο πλήθος. Αρκεί να του ’σβηνε εκείνο το χαμόγελο με αίμα και θα ’ταν ικανοποιημένη. Πράγματι, το χαμόγελό του έσβησε όταν άκου­ σε την πολεμική ιαχή της. Ο Ράουκ απέκρουσε το πρώτο της χτύπημα με την ασπίδα του και υποχώρησε · το ίδιο και το δεύτερο, τινάζοντας θραύσματα από ξύλο. Ύστερα η Θορν τον ξεγέλασε με το βλέμμα της, κάνοντάς τον να σηκώσει ψη­ λά την ασπίδα, ενώ εκείνη χτύπησε χαμηλά την τελευταία στιγμή, καταφέροντάς του ένα πλατύ χτύπημα στον γοφό. Ο Ράουκ έβγαλε μια κραυγή πόνου κι έστριψε, αφήνοντας εκτε­ θειμένο το πίσω μέρος του κεφαλιού του. Ήδη εκείνη σήκωνε το σπαθί της για το επόμενο χτύπημα. Είδε κίνηση με την άκρη του ματιού της κι ύστερα άκουσε ένα αηδιαστικό κρακ . Σχεδόν δεν ένιωσε τον εαυτό της να πέφτει. Αισθάνθηκε να γδέρνεται στην άμμο κι ύστερα έμεινε να κοιτάζει αποχαυνωμένη τον ουρανό. Αυτό είναι το πρόβλη­ μα όταν επιτίθεσαι στον έναν κι αγνοείς τους άλλους δύο. Από πάνω της, γλάροι έκαναν κύκλους κι έκρωζαν. Με φόντο τον λαμπερό ουρανό, οι πύργοι του Θόρλμπι διαγράφονταν μαύροι. Καλά θα κάνεις να σηκωθείς , άκουσε τη φωνή του πατέρα της. Έτσι ανάσκελα δεν πρόκειται να νικήσεις κανέναν. Η Θορν κύλησε στο πλάι νωθρά, αδέξια, με το πουγκί να γλιστράει και να ταλαντεύεται από το κορδόνι του. Όλο της το πρόσωπο ήταν μια μάσκα πόνου.

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=