Misfit

E L L E K E N N E D Y 18 Ο Φεν βγάζει το κινητό του και αρχίζει να χαζεύει τα μηνύματά του. «Τέλος πάντων». Ο Ντέιβιντ στρέφεται σ’ εμένα. Δεν ξέρω αν ψάχνει συμπόνοια ή συμπαράσταση, αλλά, όταν δεν παίρνει ούτε το ένα ούτε το άλλο, σφίγγει το σαγόνι και φεύγει για να πάει να δει τι γίνεται με την τούρτα. Δεν ξέρω ακόμη τι να σκεφτώ για τον Ντέιβιντ Μπίσοπ. Ως πρώτη εντύπωση, δεν κάναμε και την καλύτερη αρχή. Μέχρι πριν από λίγες ώρες δεν τον σκεφτόμουν καν. Ήταν απλώς ο καινούργιος τύπος με τον οποίο βλεπόταν η μάνα μου, και δεν περίμενα ότι θα τον γνώριζα ποτέ. Προτού η μάνα μου μου βάλει στο χέρι ένα ζευγάρι μανικετόκου- μπα αγορασμένα από κάποιο πολυκατάστημα, δεν είχα κανέναν απολύτως λόγο να πιστεύω ότι ο συγκεκριμένος τύπος θα διέφερε σε κάτι από τον μακρύ κατάλογο των υπόλοιπων εφήμερων αλλά έντονων σχέσεων που η μαμά μου σύναπτε και διέλυε απανωτά. Έχω πάψει εδώ και πο- λύ καιρό να προσπαθώ να τους γνωρίσω ή να θυμηθώ έστω τα ονόματά τους. «Συγγνώμη» μου λέει ο Φεν. «Φαντάζομαι ότι ήταν αμή- χανο όλο αυτό». Φαντάζεται; Καγχάζω ηχηρά. «Είστε πολύ δεμένοι οι δυο σας, βλέπω». «Φίλε, τίποτα δεν δείχνει ξεκάθαρα πως ο άλλος έχει ξεχάσει καν ότι υπάρχεις όταν στέλνει το τζετ να σε πάρει στις τέσσερις για έναν γάμο που γίνεται στις έξι. Υπήρχε μέχρι και ράφτης με μια γαμημένη ραπτομηχανή και μου στρίφωνε το παντελόνι στα τριάντα χιλιάδες πόδια!»

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=