Μινώταυρος

30 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΕΦΑΝΑΚΗΣ «Κι εδώ αλάργα είναι» παρενέβη ο Αθανασός. Η Υπομονή, που δεν τιμούσε το όνομά της, πιάστηκε στα λόγια με τον θείο, ενώ το Μαθουλιό πήρε κατά μέρος τον Γιαννιό και του είπε πως κάποιοι Τουρκοκρήτες πέρασαν από το χωριό και ρωτούσαν για τους γιους του Αστάκη. Δεν έκαναν ασχήμιες από φόβο στους χαΐνηδες, είπαν όμως ότι θα ξαναπεράσουν. Όλοι πίστευαν πως τέτοιος φόνος δεν θα έμενε ατιμώρητος. «Φυλάξου τώρα, Γιαννιέ!» του τόνισε ο μέλλων γαμπρός του. «Κι εσύ γιατί δεν φυλάγεσαι;» «Γιατί να φυλαχτώ, μωρέ; Εγώ δεν είμαι Αστάκης. Δεν είμαι αδερφός του Μιχαήλου εγώ». «Κι αν δεν είσαι, τι; Παίρνεις μια Αστάκαινα, κι έτσι γίνεσαι αδερφός μας» του απάντησε. Τον είδε όμως που χλώμιασε – ήταν κομμάτι αγαθός το Μαθουλιό – και δεν συνέχισε το αστείο. Το Μαθουλιό, από τη μεριά του, πρόλαβε και του έμπηξε το κεντρί λέγοντας: «Και με την αρραβωνιάρα κακά μαντάτα. Μα θα σ’ τα πει η αδερφή σου». «Τι έχεις να μου πεις εσύ για τη Σωτηρία;» ρώτησε ο Γιαννιός και της έκοψε τη φόρα που είχε πάρει ασεβώντας στον θείο της. Και τότε εκείνη γύρισε και του είπε τα καθέκαστα. Τη ρώ- τησε μόνο αν είχε πάει το σημείωμα που είχε γράψει στη Σω- τηρία. Το είχε πάει, αλλά αυτό, καθώς φαίνεται, δεν άλλαξε τα πράγματα. Στο μεταξύ, η Υπομονή και ο Αθανασός ξανάρχισαν τα ίδια. Μαλώνανε σε ξένο αχερώνα και ήθελαν σώνει και καλά να απο- φασίσουν εκείνοι για λογαριασμό του. Ο Γιαννιός όμως τα είχε ζυγίσει μέσα του και με πόνο ψυχής εμπιστεύτηκε τον γαϊδαρά- κο του στην αδερφή του για να τον πάει πίσω στο παχνί. Αντί να κάνει χατίρι στον Αθανασό και να μείνει κοντά του, προτίμησε

RkJQdWJsaXNoZXIy MTY1MTE=